Το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων και το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο γνωμοδότησαν ομόφωνα θετικά για τις προωθημένες προμελέτες που αφορούν στην επέκταση και αναβάθμιση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου.
Τα ανώτατα γνωμοδοτικά όργανα του υπουργείου Πολιτισμού έδωσαν το «πράσινο φως» στις προμελέτες αρχιτεκτονικής, στατικής και ηλεκτρομηχανολογικής. Τα γραφεία Chipperfield - Τομπάζη έχουν αναλάβει τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό του έργου. Η εκπόνηση των μελετών ξεκίνησε αφού η Βουλή κύρωσε τον Απρίλιο του 2024 τη σύμβαση χορηγίας των 40.000.000 ευρώ εκ μέρους του Σπύρου και της Ντόροθυ Λάτση, στη μνήμη του Ιωάννη και της Εριέττας Λάτση. Η χορηγία αφορά στη χρηματοδότηση του συνόλου των μελετών.
«Η Ελλάδα αποκτά το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο που της αξίζει. Η αρχιτεκτονική ταυτότητα του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου αποτελεί ένα σύνθετο αποτέλεσμα συνδυασμού νεοκλασικών αρχών και μεταγενέστερων μοντερνιστικών επεμβάσεων», δήλωσε η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη.
«Το υφιστάμενο κτήριο διατηρώντας τον ιστορικό του χαρακτήρα, στο πέρασμα του χρόνου προσαρμόζεται στις λειτουργικές και μουσειολογικές ανάγκες της εκάστοτε εποχής. Οι υφιστάμενοι εκθεσιακοί χώροι του Μουσείου σχεδιάστηκαν στο β΄ μισό του 19ου αιώνα και ανταποκρίνονταν στις ανάγκες, στον αριθμό των επισκεπτών και στις μουσειολογικές αντιλήψεις της εποχής εκείνης. Ωστόσο, ο υπερδιπλασιασμός του αριθμού των επισκεπτών κατέστησε επιτακτική την αναθεώρηση και τον εκσυγχρονισμό των αρχιτεκτονικών δεδομένων», σημείωσε
Η επέκταση και η αναβάθμιση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, μέσω των προτεινόμενων επεμβάσεων, «θα αποδώσουν στο μνημείο έναν ενιαίο συνθετικό χαρακτήρα αίροντας την ακανονιστία και το ασύνδετο των επεμβάσεων και των προσθηκών που έγιναν στα κτήρια του συγκροτήματος, θα επαναφέρουν στοιχεία της αρχικής δομής και θα αναβαθμίσουν τη λειτουργία του ικανοποιώντας τις απαιτήσεις ενός σύγχρονου μουσείου παγκόσμιας εμβέλειας», υπογράμμισε η υπουργός.
Εξάλλου επεσήμανε ότι το κτηριακό συγκρότημα και ο δημόσιος κήπος «θα αποτελέσουν τοπόσημο και πόλο έλξης» για την πρωτεύουσα. Ο επανασχεδιασμός στοχεύει στην ανάδειξη του Μουσείου σε «δυναμικό πόλο εξωστρεφών δράσεων, καθώς περιλαμβάνει ερευνητικό κέντρο, αφιερωμένο στην αρχαιότητα και ένα ανοιχτό, καθολικά προσβάσιμο κέντρο πολιτισμού και ψυχαγωγίας με δημόσιο κήπο», συνέχισε.
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην «άρση των υφιστάμενων παθογενειών του κτηρίου, όπως η υγρασία και εισροή υδάτων, στην ενίσχυση της αντισεισμικής του θωράκισης, στην ενεργειακή αναβάθμιση του κτηρίου, στην προσβασιμότητα και στην ενίσχυση της βιωσιμότητάς του. Για πρώτη φορά εξασφαλίζονται οι κατάλληλες περιβαλλοντικές συνθήκες για την προβολή και έκθεση των αρχαιοτήτων, όπως η υγρασία, το ηλιακό φως και η θερμοκρασία, τόσο στην επέκταση του Μουσείου, όσο και σε αρκετές αίθουσες του ιστορικού κτηρίου», κατέληξε.
Τι αλλάζει στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο
Η αρχιτεκτονική πρόταση για την επέκταση και ανάδειξη του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου έχει ως βασικούς στόχους:
- τη δημιουργία ενός δημόσιου πάρκου ως προσφορά στην πόλη, την προβολή της ελληνικής ταυτότητας σε διεθνές κοινό,
- την επέκταση των λειτουργιών και των εκθεσιακών χώρων του Μουσείου
- την ανάδειξή του ως φάρου εθνικού πολιτισμού.
Η στρατηγική των επεμβάσεων περιλαμβάνει κτηριακή επέκταση για την ανάπτυξη νέας υποδομής και εκθεσιακών χώρων με σεβασμό στη νεοκλασική πρόσοψη, τη διαμόρφωση νέας επιβλητικής κύριας εισόδου επί της οδού Πατησίων με πλατεία και δημόσιο φουαγιέ, την ενίσχυση της εσωτερικής συνοχής και προσβασιμότητας του μνημείου μέσω της δημιουργίας συνδέσεων με το κτήριο-μνημείο, καθώς και τη διαμόρφωση ενός ανοιχτού, πράσινου δημόσιου πάρκου με μπιστρό και αυλή, που προσφέρει υψηλής ποιότητας αστικό χώρο, αναφέρει το υπουργείο Πολιτισμού.
Επίσης, προβλέπεται η ανάδειξη του κτηρίου-μνημείου μέσω της ανακαίνισης των αιθουσών της δεκαετίας του 1950, παρεμβάσεων στον κεντρικό άξονα για τη βελτίωση της δομής και του προσανατολισμού, και της ενίσχυσης του ερευνητικού κέντρου με σύγχρονα εργαστήρια και γραφεία.
Σε ό,τι αφορά στις υποδομές επισκεπτών, αναβαθμίζονται με κεντρικό φουαγιέ, ερμάρια, βεστιάριο, εγκαταστάσεις υγιεινής, εστιατόριο, αμφιθέατρο, πωλητήριο και χώρους περιοδικών εκθέσεων.
Το σχέδιο προβλέπει την αναβάθμιση των εκθεσιακών και υποστηρικτικών χώρων του μουσείου: περίπου 17.000 αρχαιότητες θα εκτεθούν σε δύο θεματικές περιοχές, 13 ενότητες, δεκάδες υποενότητες και εστιασμένες ιστορίες, ενώ οι χώροι των τριών Προϊστορικών Συλλογών (Νεολιθικών, Κυκλαδικών και Μυκηναϊκών) θα αυξηθούν από 1.100 τ.μ. σε 2.500 τ.μ.
Ο χώρος των περιοδικών εκθέσεων θα υπερδιπλασιαστεί (από 429 τ.μ. σε περίπου 1.033 τ.μ.), με ξεχωριστούς χώρους αποθήκευσης και logistics, ενώ θα δημιουργηθούν νέοι χώροι εκπαιδευτικών προγραμμάτων 178 τ.μ. αντί 50 τ.μ. σήμερα. Οι αποθηκευτικοί χώροι αρχαιοτήτων και γενικής χρήσης θα εκσυγχρονιστούν και θα αυξηθούν από 3.367 τ.μ. σε 4.296 τ.μ., ενώ τα εργαστήρια συντήρησης θα φτάσουν τα 1.707 τ.μ. από 856 τ.μ.
Οι χώροι της βιβλιοθήκης θα επεκταθούν από 201 τ.μ. σε 289 τ.μ., το ιστορικό φωτογραφικό αρχείο από 39 τ.μ. σε 91 τ.μ., με νέες αποθήκες 142 τ.μ., και θα αξιοποιηθούν επίσης τα εσωτερικά αιθρία, δημιουργώντας ένα σύγχρονο, λειτουργικό και εκπαιδευτικά πλούσιο περιβάλλον.
Η προκαταρκτική αρχιτεκτονική μελέτη στοχεύει στη συνολική αναβάθμιση της περιοχής Εξαρχείων, Πατησίων και Μεταξουργείου, δημιουργώντας έναν νέο πολιτιστικό άξονα που θα συνδέει το Μουσείο με το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, την Ακρόπολη και το Πεδίον του Άρεως, αναφέρει ακόμα το υπουργείο Πολιτισμού.
Το έργο φιλοδοξεί να αναδείξει το Μουσείο σε τοπόσημο της πόλης, να δημιουργήσει ένα ερευνητικό κέντρο αφιερωμένο στη μελέτη της αρχαιότητας και να προσφέρει έναν ανοικτό, καθολικά προσβάσιμο δημόσιο κήπο που θα λειτουργεί ως κέντρο πολιτισμού και ψυχαγωγίας.
Η πρόταση για το πάρκο στην επέκταση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου επιδιώκει να δημιουργήσει «διάλογο» με το ιστορικό κτίριο του Ziller (1889) και να αναβιώσει την αισθητική του ρομαντικού πάρκου της εποχής. Ο σχεδιασμός βασίζεται σε ελικοειδή μονοπάτια που προσφέρουν αίσθηση απεριόριστης κίνησης και ψευδαίσθηση βάθους και κλίμακας. Κατά μήκος της διαδρομής εμφανίζονται χλοοτάπητες σε κοίλες ή υπερυψωμένες μορφές, ενώ οι θάμνοι περιορίζουν τη θέα, ενισχύοντας την περιέργεια και την αίσθηση μεγαλύτερου χώρου.
Οι βασικές αρχές σχεδιασμού της ηλεκτρομηχανολογικής προμελέτης ακολουθούν την αρχιτεκτονική, τη στατική και τη μουσειογραφική μελέτη, και είναι σε πλήρη συνεργασία με τις μελέτες φύτευσης και φωτισμού. Οι προτεινόμενες εγκαταστάσεις επιλέχθηκαν με βάση α) την προστασία των εκθεμάτων, β) την εξασφάλιση κατάλληλων συνθηκών θερμοκρασίας, υγρασίας και ποιότητας αέρα στους χώρους, τόσο για τους ανθρώπους όσο και για τα εκθέματα γ) την εξοικονόμηση Ενέργειας και την βιωσιμότητα και δ) την ευχέρεια διέλευσης των πάσης φύσεως δικτύων προς εξασφάλιση ευχερούς συντήρησης καθώς και δυνατότητας για μελλοντική επέκταση. Σε αυτήν προβλέπεται ο σχεδιασμός υδραυλικών εγκαταστάσεων, ενεργητικής πυροπροστασίας, ειδικών εγκαταστάσεων φυσικού αερίου, αργού, κενού και πεπεισμένου αέρα, στα εργαστήρια του Μουσείου, εγκαταστάσεων κλιματισμού, θέρμανσης, αερισμού, εγκαταστάσεων ηλεκτρικών ρευμάτων και ανελκυστήρων.
Το υφιστάμενο κτήριο διακρίνεται σε δύο τμήματα, τα οποία χαρακτηρίζονται από θεμελιωδώς διαφορετικό φέρον σύστημα. Στην πορεία των δεκαετιών, τα δύο τμήματα υπέστησαν διαδοχικές φάσεις επεμβάσεων και ανακαίνισης. Η ετερογενής δομή που προέκυψε εξετάστηκε και αξιολογήθηκε λεπτομερώς στη στατική μελέτη. Βάσει της ανάλυσης αυτής, και σε συνδυασμό με τις αναγκαίες προσαρμογές λόγω αρχιτεκτονικού και μουσειολογικού σχεδιασμού, καθώς και των απαιτήσεων των ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων, βελτιστοποιήθηκαν οι αναγκαίες στατικές επεμβάσεις ώστε να ικανοποιούνται όλες οι απαιτήσεις φέρουσας σεισμικής ικανότητας και ζητήματα λειτουργικότητας-χρηστικότητας.






























