Πλήθος σχολίων έχει συγκεντρώσει το υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου «Δημόσια ηλεκτρονική διαβούλευση για το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Εσωτερικών με τίτλο:Αναμόρφωση του πειθαρχικού δικαίου των υπαλλήλων του δημόσιου τομέα, σύσταση Ελληνικού Κέντρου Εμπειρογνωμοσύνης Διοικητικών Μεταρρυθμίσεων και λοιπές διατάξεις», με τα περισσότερα να εστιάζουν στο κεφάλαιο που αφορά στις παρεμβάσεις στον Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων ΝΠΔΔ (ν. 3528/2007).
Με τις υπό διαβούλευση διατάξεις ενισχύονται τα κριτήρια αποκλεισμού από τον διορισμό, με πρόβλεψη όχι μόνο για κακουργήματα αλλά και για πλημμελήματα, ενώ πλέον λαμβάνονται υπόψη και οι αμετάκλητες καταδίκες. Παράλληλα, εισάγεται ρητή διάταξη για την ανάκληση διορισμού σε περιπτώσεις που αυτός πραγματοποιήθηκε με δόλο ή παρανομία από τον διοριζόμενο, με ανώτατο χρονικό όριο τριών μηνών για την ολοκλήρωση της σχετικής διαδικασίας.
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην αυστηροποίηση του πειθαρχικού πλαισίου. Διευρύνονται οι περιπτώσεις αυτοδίκαιης αργίας, περιλαμβάνοντας πλέον και περιστάσεις όπως η σύλληψη, η επιβολή κατ’ οίκον περιορισμού ή περιοριστικών όρων. Εισάγεται επίσης η δυνατότητα υποχρεωτικής μετακίνησης ή μετάθεσης υπαλλήλων, σε περιπτώσεις όπου απαιτείται η διασφάλιση της αμεροληψίας και της εύρυθμης λειτουργίας της υπηρεσίας.
Παράλληλα, αναδιατυπώνονται και εμπλουτίζονται οι προβλέψεις για τα πειθαρχικά παραπτώματα. Περιλαμβάνεται πλέον πλήθος νέων αδικημάτων όπως η έμφυλη διάκριση, η παράλειψη δήλωσης κωλύματος συμφέροντος, η χρήση πλαστών δικαιολογητικών, η παρενόχληση και η επίμονη άρνηση συμμετοχής στη διαδικασία αξιολόγησης. Το πλαίσιο για την παραγραφή των πειθαρχικών παραπτωμάτων γίνεται αυστηρότερο, με τα χρονικά όρια να επεκτείνονται έως και τα δέκα έτη για σοβαρές περιπτώσεις, ενώ προβλέπεται ρητά ότι η παραγραφή διακόπτεται με την απολογία ή την παραπομπή του υπαλλήλου, καθώς και ότι οι ποινικές διαδικασίες επιδρούν πλέον άμεσα στην πορεία της πειθαρχικής παραγραφής.
Πολλά σχόλια στη δημόσια διαβούλευση χαρακτηρίζουν τις αλλαγές αυταρχικές, κατηγορώντας την πολιτική ηγεσία ότι προσπαθεί να δημιουργήσει μια διοίκηση απόλυτα ελεγχόμενη, όπου η ελεύθερη έκφραση και η υπηρεσιακή ανεξαρτησία τίθενται υπό αμφισβήτηση.
Έντονη είναι η αμφισβήτηση για τις διατάξεις περί αυτοδίκαιης αργίας χωρίς τελεσίδικη καταδίκη, καθώς πολλοί τις θεωρούν αντίθετες με το τεκμήριο αθωότητας και την αρχή της αναλογικότητας. Σχολιαστές υποστηρίζουν ότι η αυτοδίκαιη αργία μετατρέπεται ουσιαστικά σε τιμωρία, με βαρύ οικονομικό και ηθικό κόστος, χωρίς προηγούμενη κρίση περί ενοχής. Επικαλούνται τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, υποστηρίζοντας πως πρόκειται για μέτρο που χρήζει σοβαρής αναθεώρησης.
Σημαντικές ενστάσεις διατυπώνονται και για τα κωλύματα διορισμού, όπως αυτά προβλέπονται στο τροποποιημένο άρθρο 8. Σχολιαστές επισημαίνουν ότι είναι ανεξήγητο να θεωρείται αποδεκτός ένας υποψήφιος δημόσιος υπάλληλος που έχει καταδικαστεί μία φορά για αδικήματα που προσβάλλουν το ηθικό κύρος, ενώ να αποκλείεται κάποιος με δύο ή περισσότερες καταδίκες. Υποστηρίζεται ότι η διάπραξη του αδικήματος, ανεξαρτήτως αριθμού καταδικαστικών αποφάσεων, θα έπρεπε να θεωρείται από μόνη της λόγος αποκλεισμού.
Ιδιαίτερη δυσαρέσκεια προκαλεί η συγκρότηση των νέων πειθαρχικών συμβουλίων χωρίς τη συμμετοχή αιρετών εκπροσώπων των εργαζομένων. Πολλοί θεωρούν ότι με τον αποκλεισμό της φωνής των υπαλλήλων ενισχύεται η μονομερής κρίση και αποδυναμώνεται η δημοκρατική λειτουργία στη Δημόσια Διοίκηση. Τίθενται, επίσης, ζητήματα επάρκειας και πρακτικής εμπειρίας των μελών των συμβουλίων, καθώς θεωρείται ότι η έλλειψη γνώσης των ιδιαιτεροτήτων κάθε επαγγέλματος μπορεί να οδηγήσει σε εσφαλμένες αποφάσεις.
Αρκετοί εκφράζουν την ανησυχία ότι οι νέες διατάξεις δημιουργούν κενά και ανοίγουν περιθώρια αυθαιρεσίας, κυρίως μέσω γενικών και ασαφών όρων όπως «αφοσίωση στην πατρίδα και τη δημοκρατία» ή «άρνηση αναγνώρισης του Συντάγματος», με αποτέλεσμα να δημιουργούνται εν δυνάμει εργαλεία διοικητικής ή πολιτικής δίωξης. Κριτική ασκείται και στη διαδικασία αξιολόγησης, η οποία —όπως αναφέρεται— μπορεί να χειραγωγηθεί, ενώ σημειώνονται προβλήματα στην εφαρμογή δικαιωμάτων υπαλλήλων κατά τη διάρκεια της πειθαρχικής διαδικασίας.






























