Ενώ η δυσαρέσκεια των πολιτών για την κυβέρνηση είναι πιο μεγάλη από πότε, η αντιπολίτευση όχι μόνο δεν επωφελείται, αλλά βλέπει την απόσταση της από τη Νέα Δημοκρατία να αυξάνεται.
Πρόκειται για ένα πολιτικό παράδοξο, μοναδικό στα μεταπολιτευτικά χρονικά. Υπήρξαν και άλλες φορές στο παρελθόν που τα βασικά κόμματα της αντιπολίτευσης εμφανίζονταν αδύναμα απέναντι στις κυβερνήσεις. Αλλά σε αυτές τις περιπτώσεις οι κυβερνήσεις ήταν σε ισχυρή θέση κι έχαιραν ευρείας λαϊκής υποστήριξης. Στα 51 χρόνια της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας δεν έχει υπάρξει άλλη κατάσταση όπου η αντιπολίτευση να παρουσιάζεται πιο αδύναμη από μια πολύ αποδυναμωμένη κυβέρνηση.
Ιωαννίδης: Δεν μιλούν πειστικά για το μέλλον
Ρωτήσαμε τον πολιτικό επιστήμονα Πέτρο Ιωαννίδη, διευθυντή της aboutpeople, την εξήγησή του για τη παράδοξη αδυναμία της αντιπολίτευσης. Ο κ. Ιωαννίδης σημείωσε: «Το ότι παρόλη τη δυσαρέσκεια της κοινής γνώμης όπως καταγράφεται στις έρευνες, δεν αμφισβητείται η πρωτοκαθεδρία της ΝΔ, κατά τη γνώμη μου οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην εικόνα και κυρίως στον τρόπο με τον οποίο πολιτεύονται τα κόμματα τις αντιπολίτευσης το τελευταίο χρονικό διάστημα: Το ΠΑΣΟΚ, ενώ ανέβασε τα ποσοστά του μετά την επανεκλογή του Νίκου Ανδρουλάκη, δεν έχει καταφέρει προς ώρας να πείσει ότι μπορεί να αποτελέσει το αντίπαλο δέος της Νέας Δημοκρατίας.
Και ενώ αποσπασματικά προτείνει εναλλακτικές σε διάφορες πολιτικές της κυβέρνησης, δεν έχει δημιουργήσει την αίσθηση ότι διαθέτει συνεκτικό λόγο και προτάσεις, ενώ ταυτόχρονα δεν είναι λίγες οι φορές που ταλανίζεται από εσωκομματικές έριδες που ποσώς ενδιαφέρουν τους πολίτες. Ο ΣΥΡΙΖΑ μετά από μια καταστρεπτική περίοδο μετά τις εκλογές του 2023 (η οποία όμως έχει τις ρίζες στο διάστημα 2019-2023), δε μπορεί να βρει βηματισμό και να γοητεύσει ξανά την πλειοψηφία του εν δυνάμει ακροατηρίου του. Τα δύο αυτά κόμματα μοιάζουν να ασχολούνται περισσότερο με τα εσωτερικά τους ζητήματα, παρά με τις αγωνίες της κοινωνίας και αυτό το πληρώνουν».
Ο Πέτρος Ιωαννίδης προσέθεσε: «Και η Πλεύση Ελευθερίας που πολλαπλασιάζει δημοσκοπικά τις δυνάμεις της; Έχω την αίσθηση ότι προτιμάται από ένα κοινό που αποζητά σκληρό λόγο και επιθετική αντιπολίτευση, κάτι τέτοιο όμως δεν μπορεί να την καταστήσει εναλλακτική εξουσίας. Οι πολίτες που δηλώνουν ότι θα την ψηφίσουν το κάνουν γιατί βλέπουν στη Ζωή Κωνσταντοπούλου το πρόσωπο που ασκεί αντιπολίτευση μεν, χωρίς όμως προγραμματικό λόγο διακυβέρνησης».
Το σχόλιό του κατέληξε ως εξής: «Η Πλεύση Ελευθερίας, αλλά και το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ, θα πρέπει να μιλήσουν για το μέλλον, με τρόπο πειστικό, απτό, ρεαλιστικό, αν θέλουν να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων και να αποτελέσουν πραγματικές εναλλακτικές προτάσεις εξουσίας».
Η αδυναμία του προοδευτικού χώρου
Τα πράγματα μοιάζουν ακόμα πιο δύσκολα για τα προοδευτικά κόμματα της αντιπολίτευσης. Για αυτά τα κόμματα καταγράφεται ένα δεύτερο πρωτοφανές γεγονός. Είναι η πρώτη φορά που τα προοδευτικά κόμματα δεν μπορούν να επωφεληθούν πολιτικά από μαζικές λαϊκές κινητοποιήσεις. Δεν θα ήταν μάλιστα υπερβολή να πούμε ότι οι ιστορικές λαϊκές κινητοποιήσεις για τα Τέμπη δημιούργησαν για αυτά τα κόμματα ακόμα μεγαλύτερες δυσκολίες από ό,τι για τη Νέα Δημοκρατία. Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το ΠΑΣΟΚ που βρίσκεται σε διαρκή πτώση τους τελευταίους μήνες κι έχασε τη δεύτερη θέση στις δημοσκοπήσεις από την Πλεύση Ελευθερίας.
Το πρόβλημα για τα προοδευτικά κόμματα παίρνει υπαρξιακές διαστάσεις. Αν δεν καταφέρνουν να κερδίσουν έδαφος με τον κόσμο στους δρόμους και το αίτημα για δικαιοσύνη να είναι κυρίαρχο, δηλαδή στην πιο ευνοϊκή συνθήκη για αυτά τα κόμματα, πότε θα το καταφέρουν;
Αρβανίτης: Έχουν απωλέσει την κοινωνική χρησιμότητά τους
Ο Λευτέρης Αρβανίτης, σύμβουλος επικοινωνίας στην AtoZ communication & strategy, έκανε το εξής σχόλιο για την κρίση του προοδευτικού χώρου: «Γιατί δεν τραβάει η αντιπολίτευση; Η απάντηση μπορεί να δοθεί με μια φράση: Διότι τα κόμματα της προοδευτικής αντιπολίτευσης (ΠΑΣΟΚ,ΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ, ΝΕΑΡ και ΜΕΡΑ) έχουν απωλέσει την κοινωνική τους χρησιμότητα σε βαθμό εξαφανίσεως.
Αυτή η συνθήκη δημιουργεί το πολιτικό παράδοξο, περίπου 1,5 εκ ψηφοφόροι αριστερής προέλευσης να παραμένουν σταθερά πλέον σε μια γκρίζα ζώνη, δίχως πολιτική εκπροσώπηση. Η παραδοξότητα του φαινόμενου, γίνεται ακόμη πιο έντονη αν λάβει κανείς την κυβερνητική φθορά, που σε αυτά τα ακροατήρια αγγίζει τα όρια της κοινωνικής νομιμοποίησης».
Ο κ. Αρβανίτης προσέθεσε: «Η εύκολη ερμηνεία αποδίδει την κρίση πολιτικής εκπροσώπησης σε στρατηγικά και επικοινωνιακά κενά, αλλά και στην έλλειψη ηγεσίας. Και πράγματι οι ηγεσίες των κομμάτων αυτών αποδεικνύονται κατώτερες των περιστάσεων, όπως και το βασικό στελεχιακό τους δυναμικό. Νομίζω όμως πως στην πραγματικότητα βρισκόμαστε μπροστά σε μια κρίση των προοδευτικών δυνάμεων πολύ πιο βαθιά, καθώς δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα η δυνατότητα της Αριστεράς να διατυπώσει μια εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης που θα βελτιώσει τις ζωές των ανθρώπων».
Κλείνοντας, υπογράμμισε: «Αντίθετα η αίσθηση που δίνεται είναι πως η αντιπολίτευση δεν επιθυμεί να αλλάξει τίποτα -ταυτιζόμενη με το βασικό στόχο της κυβέρνησης - και αναπαράγοντας το ρόλο ενός θεσμικού κομπάρσου. Αυτή η συνθήκη οδηγεί σε έλλειψη μαχητικότητας, αποδοχή και προσπάθεια ένταξης στο σύστημα εξουσίας, απουσία προγραμματικής πρότασης και εν τέλει πολιτικό μαρασμό καθώς χάνεται η ουσία άσκησης πολιτικής. Γιατί λοιπόν να σε ψηφίσει ο κόσμος; Τα κόμματα της αντιπολίτευσης είναι γερασμένα όχι ηλικιακά, αλλά δομικά και συμπεριφορικά και πλέον η αισιοδοξία για το μέλλον, προϋποθέτει την υπό όρους καταστροφή τους για να γεννηθεί κάτι καινούργιο».
Η πραγματική επιθυμία για αλλαγή και ο πειστικός λόγος για το μέλλον που επισήμαναν οι συνομιλητές μας, ίσως είναι τα κλειδιά για να βγει η αντιπολίτευση (ιδιαίτερα η προοδευτική) από το τέλμα.





























