Η πολιτική κρίση της Γαλλίας είναι χειρότερη από τις συνήθεις πολιτικές κρίσεις. Και αυτό γιατί παραδοσιακά όταν έχουμε μια αναταραχή σε μια δημοκρατική χώρα, υπάρχει και η προοπτική αυτή να τελειώσει.
Στην περίπτωση της Γαλλίας αυτό δεν ισχύει, γράφει ο ανταποκριτής του BBC Hugh Schofield. Αν μη τι άλλο, η πτώση του Μισέλ Μπαρνιέ απειλεί να δημιουργήσει ένα πρότυπο για όσα θα ακολουθήσουν στο μέλλον.
Γιατί αν ο Μπαρνιέ - ένας μετριοπαθής της κεντροδεξιάς με φήμη για την διεξιοτεχνία του στους συμβιβασμούς - δεν μπόρεσε να περάσει έναν προϋπολογισμό, τότε ποιος άλλος μπορεί;
Η πρωταρχική αιτία της κρίσης δεν έχει εκλείψει: Είναι η διαίρεση της Εθνοσυνέλευσης από τον Ιούλιο σε τρία περίπου ισοδύναμα μπλοκ, από τα οποία κανένα δεν είναι διατεθειμένο να διαπραγματευτεί με τα υπόλοιπα δύο. Αυτό σημαίνει πως τα δύο μπλοκ που αποτελούν την αντιπολίτευση θα είναι πάντα σε θέση να ανατρέψουν αυτό που σχηματίζει κυβέρνηση.
Αν συνυπολογίσει κανείς την εξεγερσιακή διάθεση σε ορισμένα έδρανα της αντιπολίτευσης, αλλά και κάποιες γενναιόδωρες δεσμεύσεις για αύξηση των δαπανών - παρά τις έντονες προειδοποιήσεις για το εθνικό χρέος - τότε θα αντιληφθεί γιατί η ιδέα μιας επιστροφής στην σταθερότητα φαντάζει μακρινή.
Για πολλούς αυτό που διακυβεύεται είναι η τύχη του καθεστώτος, αλλά και το ίδιο το μέλλον των θεσμών της Πέμπτης Δημοκρατίας.
Η Πέμπτη Δημοκρατία δημιουργήθηκε για να συγκεντρώσει την εξουσία στα χέρια του Σαρλ ντε Γκωλ σε μια περίοδο εθνικής κρίσης. Μετά τον Ντε Γκωλ, οι πρόεδροι προσπάθησαν - αν και γενικά απέτυχαν - να τον μιμηθούν.
Στον Μακρόν σίγουρα αρέσει να συγκρίνει τον εαυτό του με τον «Στρατηγό».
Όταν όμως ο Ντε Γκωλ αντιμετώπισε μια παρόμοια κυβερνητική κρίση το 1962, απευθύνθηκε στον λαό και έλαβε μια τεράστια λαϊκή εντολή στις επόμενες εκλογές.
Ο Μακρόν έκανε το αντίστροφο. Είχε τη λαϊκή εντολή και την έχασε. Η εξουσία έχει πλέον μετατοπιστεί από τα χέρια του σε εκείνα του εκάστοτε πρωθυπουργού, ο οποίος λογοδοτεί στο κοινοβούλιο.
Την ώρα που η χώρα επιστρέφει σε ένα περισσότερο κοινοβουλευτικό σύστημα, η Εθνοσυνέλευση αποδεικνύεται πιο ανίκανη από ποτέ να αναλάβει δράση.
Όπως έχουν επισημάνει αναλύτες, το Παρίσι δεν καλλιέργησε ποτέ μια κουλτούρα συμβιβασμού.
«Αυτό που μόλις είδαμε είναι απίστευτα γαλλικό», σχολίασε σκωπτικά το βράδυ της Τετάρτης μετά την συζήτηση στο BFMTV ο βετεράνος δημοσιογράφος Eric Brunet. «Κανένας πραγματισμός. Μόνο ιδεολογία. Όλες οι ομιλίες ήταν γενικολογίες για τις αξίες και τα άκρα. Ο πολιτικός διάλογος είναι αποσυνδεδεμένος από την πραγματικότητα».
Κάποιοι εκτιμούν πως αυτή είναι απλά η κορυφή του παγόβουνου, έπειτα από χρόνια που η Γαλλία αρνείται να αντιμετωπίσει την οικονομική της πραγματικότητα: οι κυβερνήσεις όλων των χρωμάτων έχουν υποχωρήσει στις εκκλήσεις για διαρκώς αυξανόμενες δημόσιες δαπάνες και το αποτέλεσμα είναι ένα έλλειμμα και ένα χρέος που μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο με περικοπές, τις οποίες κανείς δεν μπορεί τώρα να περάσει.
Σύμφωνα με τον Nicolas Beytout της L'Opinion, αυτή είναι η αρχή μιας σειράς κρίσεων τις οποίες η χώρα έχει πραγματικά ανάγκη - όσο αντιφατικό και κυνικό αν ακούγεται αυτό.
«Διότι μόνο αν έρθουν αντιμέτωποι με την οικονομική άβυσσο, οι ψηφοφόροι, τα κόμματα - η χώρα - θα αποδεχθούν τις δύσκολες αποφάσεις που βρίσκονται μπροστά τους».
Ο Beytout προβλέπει ότι οποιοσδήποτε νέος πρωθυπουργός θα αντιμετωπίσει τα ίδια προβλήματα με τον Μπαρνιέ, και όπως αυτός θα αποτύχει.