Η αναβάθμιση βασίζεται στη βελτίωση των μακροπρόθεσμων προβλέψεων και στη δυναμική που προσδίδει η πρόσφατη επένδυση στον τομέα των μετάλλων.
Η χρηματιστηριακή εκτιμά πως το 2025 θα αποτελέσει καθοριστική χρονιά για τη Metlen, καθώς αναμένονται σημαντικές ανακοινώσεις στην Capital Markets Day στις 28 Απριλίου, ενόψει της σχεδιαζόμενης εισαγωγής στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου (LSE) στις αρχές του τρίτου τριμήνου του 2025.
Εκεί, η διοίκηση θα παρουσιάσει το στρατηγικό πλάνο για την περίοδο 2025-2028, με στόχο EBITDA ύψους 2 δισ. ευρώ ως το 2028, που συνεπάγεται μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 17%.
Η Metlen ανακοίνωσε επένδυση ύψους 295,5 εκατ. ευρώ στον κλάδο των μετάλλων, που περιλαμβάνει σχεδόν διπλασιασμό της δυναμικότητας σε βωξίτη, αύξηση κατά 45% στην παραγωγή αλουμίνας και είσοδο στην παραγωγή γαλλίου.
Η συμφωνία με τη Rio Tinto διασφαλίζει τόσο την προμήθεια πρώτων υλών όσο και τη διάθεση της παραγόμενης αλουμίνας, περιορίζοντας τους κινδύνους.
Το έργο αναμένεται να αποφέρει EBITDA άνω των 80 εκατ. ευρώ ετησίως από το 2028, με απόδοση επένδυσης (ROI) άνω του 60%.
Ο ενεργειακός βραχίονας της Metlen συνεχίζει να στηρίζεται στην συμφωνία με τη ΔΕΗ, αλλά και στο χαρτοφυλάκιο ΑΠΕ άνω των 14GW, που προσφέρει προβλεψιμότητα μέσω πωλήσεων άνω των 1,3GW ετησίως μέχρι το 2027. Παράλληλα, η λειτουργική δυναμικότητα ΑΠΕ φτάνει ήδη τα 1,4GW και αναμένεται να ενισχυθεί περαιτέρω.
Η ενσωματωμένη μονάδα προμήθειας λειτουργεί ως αντιστάθμισμα στις διακυμάνσεις τιμών, με στόχο αύξηση μεριδίου αγοράς στο 30%, ενώ η εμπορία φυσικού αερίου συνεχίζει να προσφέρει συνέργειες και περιθώρια υπεραπόδοσης.
Παρά τη μείωση κατά 5% στις εκτιμήσεις EBITDA για το 2025-26 λόγω υψηλότερων ενεργειακών τιμών και επιθετικής στρατηγικής τιμολόγησης, η Eurobank αυξάνει τις μακροπρόθεσμες προβλέψεις κατά 7%, εκτιμώντας ότι η μετοχή της Metlen διαπραγματεύεται σε 7,8x EV/EBITDA με βάση τις εκτιμήσεις του επόμενου έτους – premium σε σχέση με τον μέσο όρο των ανταγωνιστών (<7x), το οποίο όμως θεωρείται δικαιολογημένο λόγω της υψηλότερης αναμενόμενης ανάπτυξης EBITDA (CAGR 9% vs 5.6%) και της πιθανής μείωσης του επενδυτικού ρίσκου ενόψει της εισαγωγής στο LSE.



























