Πολλοί ήταν εκείνοι που παρατήρησαν ότι πίσω από τα «πυρά» που εξαπέλυσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, κρυβόταν μια ανησυχία για την τακτική που ακολουθεί ο πρώην Πρωθυπουργός. Άλλωστε, το «χαρτί» του πολιτικού αιφνιδιασμού έχει εκλείψει από την αντιπολίτευση, η οποία, ως επί το πλείστον, θεωρείται προβλέψιμη ως προς τις στρατηγικές που ακολουθεί. Από την άλλη πλευρά, όμως, ο Αλέξης Τσίπρας, μη έχοντας ακόμα ανοίξει τα χαρτιά του, διατηρεί το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού και «ανακατεύει» την πολιτική τράπουλα με τρόπο που δεν επιτρέπει στον αντίπαλο να χαράξει μια καθαρή στρατηγική αντιμετώπισής του. Ενδεικτική, άλλωστε, ήταν η χθεσινή μάχη μεταξύ των δύο, που θύμισε τις κόντρες του παρελθόντος — μόνο που αυτή τη φορά φαίνεται πως έγινε με το βλέμμα στο εγγύς μέλλον.
Μάχη για το παρελθόν με το βλέμμα στο μέλλον
Χθες, μπορεί το rebranding να βρέθηκε στο επίκεντρο της διαμάχης των δύο πολιτικών, ωστόσο είναι σαφές ότι η μάχη για το πρόσφατο παρελθόν αφορά το πολιτικό μέλλον της χώρας. Ο Αλέξης Τσίπρας εμφανίστηκε πιο παρεμβατικός από ποτέ, επιλέγοντας να συγκρουστεί ευθέως με τον Πρωθυπουργό και να ανοίξει ξανά το κεφάλαιο της περιόδου 2015–2019, όχι ως άμυνα, αλλά ως σημείο εκκίνησης για μια νέα αφήγηση, βασιζόμενος σε όσα πραγματικά διαδραματίστηκαν την περίοδο εκείνη. Επιπλέον, επέλεξε την τακτική του αιφνιδιασμού, αξιοποίησε τη θεσμική κόπωση της κυβέρνησης και τοποθετήθηκε ως ο μόνος πολιτικός που μπορεί να ενεργοποιήσει ξανά αντιδεξιά αντανακλαστικά. Από την πλευρά του, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έδειξε να ενοχλείται από την επανεμφάνιση Τσίπρα στον δημόσιο διάλογο, αφιερώνοντας σημαντικό μέρος της ομιλίας του σε προσωπικές επιθέσεις.
Ο Πρωθυπουργός επέλεξε εξαρχής να επιτεθεί με σφοδρότητα στον Αλέξη Τσίπρα, κατηγορώντας τον για προσπάθεια πολιτικής αναβάπτισης. Υποστήριξε ότι ο πρώην Πρωθυπουργός προσπαθεί να «ξεπλυθεί από τον ολέθριο ρόλο του επί μία τετραετία», επιχειρώντας να «λανσάρει μία ωραιοποιημένη εικόνα του εαυτού του». Θύμισε τις κρίσιμες αποφάσεις του 2015 και τις κυβερνητικές συμμαχίες του ΣΥΡΙΖΑ, σημειώνοντας ότι ο Τσίπρας «ξεστόμισε τα πιο προκλητικά ψέματα» και «πήγε την πατρίδα του πίσω».
Μετά την ολομέτωπη επίθεση από το βήμα της Βουλής, ο πρώην Πρωθυπουργός παρενέβη για να υπενθυμίσει ότι το παρελθόν δεν ξεπλένεται με επικοινωνιακές καμπάνιες, ενώ σχολίασε καυστικά πως ζητάει να «ξεπλυθεί όποιος είναι λερωμένος», δηλώνοντας χαρακτηριστικά: «εγώ σίγουρα δεν είμαι».
Παράλληλα, ο Αλέξης Τσίπρας κατήγγειλε ότι η χώρα, παρά την πρωτοφανή ροή ευρωπαϊκών πόρων και τη διεθνή στήριξη, κατέληξε ξανά απομονωμένη, εκτεθειμένη και σε θεσμική οπισθοδρόμηση. Τόνισε ότι η Ελλάδα από «ευρωπαϊκό παράδειγμα» έχει μετατραπεί σε παράδειγμα προς αποφυγή και καταλόγισε στην κυβέρνηση ότι εξάντλησε τα αποθέματα εμπιστοσύνης και αξιοπρέπειας, όχι λόγω λανθασμένων επιλογών, αλλά εξαιτίας συνειδητών πρακτικών. «Μετά την ύβρη έρχεται η Νέμεσις» είναι το μήνυμα που επέλεξε να στείλει, υπονοώντας ότι η πολιτική αλαζονεία έχει συνέπειες — και πως αυτές, μάλλον, πλησιάζουν.
Το ερώτημα που πλανάται πλέον είναι αν η παρέμβαση του Αλέξη Τσίπρα αποτελεί απλώς μια οφειλόμενη απάντηση στον Κυριάκο Μητσοτάκη ή την απαρχή μιας ευρύτερης κινητικότητας στον χώρο της Κεντροαριστεράς. Σε κάθε περίπτωση, το πολιτικό σκηνικό δείχνει να αναδιατάσσεται – και αυτό, από μόνο του, είναι μια εξέλιξη με βαρύνουσα σημασία.



























