Σε αντίθεση, στην ευρωζώνη, ο πληθωρισμός μειώθηκε στο 2,2%, από το 2,6% τον προηγούμενο μήνα, δείχνοντας μια πιο ελεγχόμενη εξέλιξη στις οικονομίες των χωρών που συμμετέχουν στο ευρώ.
Αυτές οι αποκλίσεις τονίζουν τις διαφορετικές οικονομικές συνθήκες και προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ελλάδα σε σχέση με την ευρωζώνη.
Η διαφορά αυτή εξηγείται από συγκεκριμένους παράγοντες που επιδρούν στην ελληνική οικονομία, όπως το υψηλό ενεργειακό κόστος, το οποίο επηρεάζει τις τιμές σε πολλούς τομείς. Η Ελλάδα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από εισαγόμενη ενέργεια, κάτι που την καθιστά πιο ευάλωτη σε διεθνείς διακυμάνσεις τιμών. Επίσης, οι αυξήσεις στις τιμές βασικών αγαθών, όπως τα τρόφιμα και τα καύσιμα, επιβαρύνουν σημαντικά τα νοικοκυριά, οδηγώντας σε υψηλότερο πληθωρισμό. Επιπλέον, διαρθρωτικά οικονομικά ζητήματα, όπως η ανισότητα στην παραγωγική βάση και οι χαμηλότεροι ρυθμοί ανάπτυξης, εντείνουν αυτές τις πληθωριστικές πιέσεις.
Στον αντίποδα, οι χώρες της ευρωζώνης έχουν καταφέρει να ελέγξουν τον πληθωρισμό πιο αποτελεσματικά μέσω συντονισμένων πολιτικών, που στοχεύουν στη σταθεροποίηση των τιμών και στην υποστήριξη της οικονομικής ανάπτυξης. Η μείωση του πληθωρισμού στην ευρωζώνη από 5,2% τον Αύγουστο του προηγούμενου έτους στο 2,2% φέτος, καταδεικνύει τη θετική επίδραση αυτών των πολιτικών, ενισχύοντας την αγοραστική δύναμη των πολιτών.
Η αποκλίνουσα πορεία μεταξύ Ελλάδας και ευρωζώνης φαίνεται πιο καθαρά όταν αναλύεται ο δομικός πληθωρισμός, ο οποίος εξαιρεί τις τιμές ενέργειας και τροφίμων. Στην ευρωζώνη, ο δομικός πληθωρισμός παρέμεινε σταθερός στο 2,8%, υποδηλώνοντας μια γενικότερη σταθερότητα στο επίπεδο τιμών, χωρίς σημαντικές εξωτερικές επιρροές. Αντίθετα, στην Ελλάδα οι αυξήσεις στις τιμές ενέργειας και τροφίμων επιδρούν άμεσα στον γενικό δείκτη πληθωρισμού, προκαλώντας πιέσεις στην οικονομία και στα εισοδήματα των νοικοκυριών.