«Χρωστάω, χρωστάω παντού» - ο άνθρωπος που προπηλακίζουν οι δυνάμεις καταστολής με μια μονάχα λέξη περιέγραψε την δραματική πραγματικότητα που αντιμετωπίζουν αυτή τη στιγμή οι αγρότες σε ολόκληρη τη χώρα. Κι ενώ τα τρακτέρ κατακλύζουν τους ελληνικούς δρόμους, στην εξεταστική επιτροπή της Βουλής αποκαλύπτονται εκατομμύρια επί εκατομμυρίων ευρώ που πάνε κι έρχονται σε λογαριασμούς, ζωντανά που πολλαπλασιάζονταν με μαγικό τρόπο, μητέρες που δωρίζουν στους γιους τους … Φεράρι, αγρότες που κερδίζουν ακαταπαύστως το τζόκερ.
Καθώς ξεδιπλώνεται μπροστά μας ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα των τελευταίων χρόνων, αγρότες και κτηνοτρόφοι αντιμετωπίζουν μια τέλεια καταιγίδα. Ο ΟΠΕΚΕΠΕ και οι παράνομες επιδοτήσεις είναι μονάχα η κορυφή ενός παγόβουνου που χρόνια τώρα πλησίαζε τον κόσμο της υπαίθρου απειλητικά και, τώρα πια, τον οδηγεί σε ναυάγιο. Στον βυθό που οδηγείται ο πρωτογενής τομέας ωστόσο συμπαρασυρόμαστε όλοι – είναι αυτονόητο πως «no farmers, no food, no future».
Σκλαβιά – Παλεύουμε για να επιβιώσουμε
«Σκλαβιά» - αυτή τη λέξη χρησιμοποιούν για να περιγράψουν τη ζωή τους. Από τον νότο ο 45χρονος Διονύσης Δρακόπουλος και από τον βορά ο 38χρονος Θωμάς Μόσχος, είναι και οι δύο δραστήριοι αγρότες και δυναμικοί συνδικαλιστές. Στην Ηλεία ο ένας είναι πρόεδρος του Συλλόγου Παραγωγών Αγροτικών Προϊόντων και Πωλητών Λαϊκών Αγορών «Δήμητρα» και στην Καστοριά ο άλλος είναι πρόεδρος Αγροτικού Συλλόγου Καστοριάς «Μακεδνός».
Ο Διονύσης Δρακόπουλος
Ο Δρακόπουλος παράγει ελιές και κηπευτικά και ο Μόσχος, που έχει αναδειχθεί καλύτερος βιοκαλλιεργητής της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2023, είναι συνιδιοκτήτης μιας καθετοποιημένης φάρμας με καλλιέργειες, αιγοπρόβατα και τυροκομείο. Κι οι δυο λοιπόν αυτοί άνθρωποι χρησιμοποιούν αυτή τη βαριά λέξη – σκλαβιά.
Ο Θωμάς Μόσχος
«Η δουλειά μας έχει καταντήσει σκλαβιά. Έχει τεράστιες ανάγκες σε χρηματοδότηση και τεράστιο ρίσκο», λέει ο Θωμάς Μόσχος. «Δεν μπορούμε να φύγουμε ποτέ, παλεύουμε με τον καιρό, δεν έχουμε καμία ασφάλεια για εργατικά ατυχήματα και για να πάρουμε σύνταξη χρειαζόμαστε τα ίδια έτη εργασίας με όλους, ενώ δουλεύουμε 365 μέρες το χρόνο. Το χωριό είχε 1600 κατοίκους και τώρα έχει 400. Παλεύουμε για να επιβιώσουμε. Ο παππούς μου έφτιαξε σπίτι και μεγάλωσε παιδιά με 10 στρέμματα φασόλια, σήμερα ένας νέος για να κάνει τα ανάλογα πράγματα χρειάζεται 250 στρέμματα. Παράγουμε με πιο ακριβούς όρους και πουλάμε στις ίδιες ή και χαμηλότερες τιμές».
Στην άλλη άκρη της Ελλάδας, σε αυτά που αποκαλούν «Άγια Χώματα» για την αποδοτικότητά τους, έχει τις καλλιέργειές του ο Διονύσης Δρακόπουλος. Κι όμως, ακόμα κι εκεί μιλάει για καταστροφή. «Οι Αθηναίοι δεν ξέρουν πως βγαίνει το ψωμί για εμάς. Τι έξοδα έχουμε, τι ασφάλειες πρέπει να πληρώσουμε. Και πόσο καταστροφικές είναι οι συνθήκες. Ζούμε κάτω από τον Θεό. Κάνουμε το σταυρό μας κάθε χρόνο. Θα βγει η καλλιέργεια; Όσα λεφτά και να ρίξεις, πάντα ζεις με το άγχος. Κι αν ένα κιλό ντομάτες στο σούπερ μάρκετ το αγοράζετε 3 ευρώ, εμείς στο χωράφι έχουμε βγάλει 0,80. Την τελευταία 7ετία τα κόστη έχουν υπερτριπλασιαστεί. Αν είχα, δεν θα ήθελα ποτέ το παιδί μου να γίνει αγρότης- οριακά κι εγώ σκέφτομαι να σταματήσω. Ζητάμε τα λεφτά μας από τις επιδοτήσεις και σκεφτείτε ότι με την ίδια περιουσία έπαιρνα πριν 10 χρόνια 7.500 ευρώ και τώρα 1.500. Και τις πατάτες τότε τις πουλούσαμε 0.50 το κιλό τότε, το ίδιο και τώρα».
Γιατί δεν κάνουν πίσω;
Έτσι λοιπόν είναι σαφές τι ακριβώς βγάζει τους αγρότες και τους κτηνοτρόφους στους δρόμους. Όμως γιατί δεν κάνουν πίσω αφού ο πρωθυπουργός τους έταξε τόσα χρήματα; Αυτή είναι η πρώτη ερώτηση που απευθύνουμε στον Νίκο Γούσιο, που στα 36 του μόλις χρόνια είναι ο πρόεδρος του αγροτικού συνεταιρισμού Φαρσάλων ’’Ο Ενιπέας’’.
Ο Νίκος Γούσιος
«Δεν είμαστε ούτε ζητιάνοι, ούτε επαίτες, ούτε τζογαδόροι. Εμείς θέλουμε να μας ακούσουν, να δεχθούν ότι είμαστε ένα επάγγελμα σοβαρό κι ότι επιτελούμε κοινωνικό έργο. Θέλουμε σεβασμό. Τόσα χρόνια δίνονται πολλά χρήματα κι ακούγεται πολύ ωραίο. Το θέμα πόσα από αυτά φτάνουν στους αγρότες και τι θεμέλια έχουν μπει για τα επόμενα χρόνια. Είμαστε μη βιώσιμοι, το να μας δώσουν ένα πακέτο χρημάτων και να φύγουμε δεν λύνει το πρόβλημα. Του χρόνου θα αντιμετωπίζουμε πάλι τα ίδια με τα κόστη παραγωγής ή τις ελληνοποιήσεις. Πολλές φορές έχουμε συνομιλήσει με υπουργούς και ποτέ δεν μπορούμε να καταλήξουμε. Το αγροτικό επάγγελμα μαστίζεται σε όλο τον ευρωπαϊκό χώρο, παρακολουθούμε τους συναδέλφους μας, αλλά εδώ έχουμε και μεγάλο δικό μας πρόβλημα – για τον ΟΠΕΚΕΠΕ οι μόνοι που δεν έφταιγαν ήταν οι αγρότες.
»Υπάρχουν κτηνοτρόφοι που έχει καεί η γούνα τους – τους έχουν θανατώσει τα πρόβατα λόγω της ευλογιάς και εδώ και μήνες δεν έχουν να ζήσουν τα παιδιά τους, ενώ κάποιοι άλλοι κυκλοφορούν ελεύθεροι κι ωραίοι. Να γίνει κάθαρση, να πληρώσουν αυτοί που πρέπει και να φτιαχτεί ένα σχέδιο βιωσιμότητας για όλους. Αυτή τη στιγμή δεν βγαίνουμε, πχ το εισαγόμενο όσπριο κοστίζει 1,5 ευρώ το κιλό και τα δικά μας 4 – εμείς δεν μπορούμε να παράξουμε με τέτοια οικονομικά κριτήρια. Έχουμε χωριά που ερημώνουν, νέους που εγκαταλείπουν».
Στο όρια της φτώχειας με πολλαπλούς τρόπους
Όσα μας λένε οι αγρότες επιβεβαιώνονται πλήρως και από τα ευρήματα των επιστημόνων. Η έρευνα POVERRE, που παρουσιάστηκε πριν λίγους μήνες, αποκάλυψε αυτό το καινούργιο κύμα εγκατάλειψης από νέους ηλικιακά αγρότες, οι οποίοι δεν βλέπουν προοπτική ούτε στη γεωργία ούτε στις αγροτικές περιοχές γενικότερα. Οι νέοι αναγκάζονται να φύγουν ακόμα και από εύφορες πεδινές περιοχές, όπως πχ στην Καρδίτσα. Κι αυτό που τους διώχνει είναι η φτώχεια που έχει ορατές αλλά και αθέατες όψεις.
Η Θεοδοσία Ανθοπούλου είναι η καθηγήτρια κοινωνικής γεωγραφίας που μαζί με μια εξαιρετική επιστημονική ομάδα, «έτρεξε» την πρωτότυπη έρευνα POVERRE για την φτώχεια και την στεγαστική επισφάλεια στις αγροτικές περιοχές. Είναι η πλέον κατάλληλη για να «φωτίσει» τις κινητοποιήσεις που βλέπουμε από άκρη σε άκρη στη χώρα.
«Οι αγρότες βιώνουν τη φτώχεια με πολλαπλούς τρόπους, κάτι που δεν γίνεται επαρκώς αντιληπτό ούτε από την πολιτεία ούτε από την κοινωνία. Το πιο ανησυχητικό είναι ότι αυτή η χρόνια δυσπραγία και τα επαγγελματικά αδιέξοδα ωθούν ξανά τις νεότερες, δυναμικές ηλικίες να εγκαταλείψουν την ύπαιθρο, αφήνοντας πίσω παραγωγικά κενά που ενισχύουν την εξάρτηση της χώρας από εισαγόμενα βασικά τρόφιμα, σε μια περίοδο έντονων γεωπολιτικών αναταράξεων. Εξάρτηση που, με τη σειρά της, ανατροφοδοτεί τον πληθωρισμό και τις κερδοσκοπικές πιέσεις εις βάρος παραγωγών και καταναλωτών», μας λέει η καθηγήτρια του Παντείου.
Η Θεοδοσία Ανθοπούλου
Τι σημαίνει στην πράξη αγροτική φτώχεια; Όπως εξηγεί η Ανθοπούλου:
- κόστος παραγωγής που αυξάνει ασταμάτητα.
- περιορισμένη πρόσβαση σε υπηρεσίες εκπαίδευσης, υγείας και κοινωνικής φροντίδας.
- δυσκολία κάλυψης λειτουργικών εξόδων κατοικίας, που είναι υψηλότερα στις αγροτικές περιοχές λόγω εντονότερου κρύου και υγρασίας.
- στεγαστική επισφάλεια που διογκώνεται, με εξώσεις, πλειστηριασμούς και εξάπλωση των τουριστικών βραχυχρόνιων μισθώσεων.
- χρόνια υποστελέχωση των δημόσιων υπηρεσιών και αποδυνάμωση των τοπικών θεσμών.
Όλα αυτά φαίνεται πως συνθέτουν μια τέλεια καταιγίδα. «Η κρίση της ελληνικής γεωργίας δεν είναι συγκυριακή, είναι δομική και συσσωρευμένη επί δεκαετίες», υπογραμμίζει η Ανθοπούλου. «Πρακτικά οι αγρότες λειτουργούν σε περιβάλλον υψηλού κόστους παραγωγής, με εκμεταλλεύσεις αρκετά μικρές για να ανταπεξέλθουν στις πιέσεις της αγοράς με αποτέλεσμα να χρεωκοπούν», μας λέει εξηγώντας όλες τις παραμέτρους αυτής της ελληνικής τραγωδίας για την ύπαιθρο χώρα:
- η αναμόρφωση της ΚΑΠ και τα περιβαλλοντικά σχήματα αυξάνουν περαιτέρω το κόστος.
- οι ευρωπαϊκές συμφωνίες επιτρέπουν την εισαγωγή φθηνών προϊόντων από χώρες με χαλαρότερες προδιαγραφές, δημιουργώντας αθέμιτο ανταγωνισμό.
- γραφειοκρατικές καθυστερήσεις και αδιαφάνεια στις πληρωμές επιδεινώνουν την αβεβαιότητα γύρω από ένα από τα βασικά εισοδήματα των αγροτών.
- η κλιματική κρίση, οι πλημμύρες, οι παρατεταμένες ξηρασίες και οι δασικές πυρκαγιές προκαλούν ολοένα συχνότερες ζημιές, ενώ οι αποζημιώσεις είναι ανεπαρκείς ή αργές.
«Η τέλεια καταιγίδα συμπληρώνεται από συγκυριακούς παράγοντες, όπως η ευλογιά των προβάτων, όπου η κραυγαλαία απουσία μιας συντονισμένης κρατικής πολιτικής αφήνει τους αγρότες αβοήθητους», τονίζει η Ανθοπούλου. «Τα αιτήματα των αγροτών είναι εύλογα: διαφάνεια και σταθερότητα στις επιδοτήσεις, μείωση κόστους παραγωγής, δικαιότερη φορολογική και ασφαλιστική μεταχείριση, έλεγχος στις εισαγωγές και βελτίωση υποδομών στην ύπαιθρο. Ζητούν το αυτονόητο: προϋποθέσεις για βιώσιμη παραγωγή και ζωντανή ύπαιθρο».
Πόσο δύσκολο είναι το αυτονόητο στην Ελλάδα; Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό που δίνει ο Δρακόπουλος: από τα 130 μέλη του συλλόγου του, τουλάχιστον για τα 50 φέτος μπορεί να είναι και η τελευταία τους χρονιά στις καλλιέργειες. «Η Ηλεία είχε τον «μαύρο χρυσό», τώρα έχει μείνει ένας στους πέντε να καλλιεργεί σταφίδα. Οι νέοι πια επινοικιάζουν τα χωράφια τους σε ξεφτιλισμένες τιμές αφού δεν τους συμφέρει να τα καλλιεργήσουν. Μεγαλοαγρότης είναι ένας στους χίλιους, εμείς με τις μικρές περιουσίες και το κράτος απέναντί μας δεν μπορούμε να επιβιώσουμε. Πρόκειται για πολιτική επιλογή να πετάξουν τους μικρούς έξω. Αλλάζει όλη η αρχιτεκτονική της γεωργικής παραγωγής και τους μικρούς παραγωγούς τους παίρνει ο διάολος…».
«Ο ΟΠΕΚΕΠΕ ήταν το κερασάκι στην τούρτα, από κάτω υπάρχει τεράστιο πρόβλημα», αναφέρει ο Μόσχος. «Το κράτος μας ζητά να γίνουμε ανταγωνιστικοί όπως οι άλλοι Ευρωπαίοι την ώρα που δεν έχουμε καμία ανάλογη υποδομή. Επί τόσα χρόνια δεν υπάρχει αγροτική πολιτική για την Ελλάδα – δεν μπορεί να μας ξεπερνά η Ολλανδία που πρέπει να θερμαίνει τα θερμοκήπιά της κι εμείς που αν ρίξεις σπόρο φυτρώνει να είμαστε τόσο πίσω. Τόσα χρόνια οι πολιτικοί έρχονται, κρατάνε σημειώσεις, φεύγουν και προτείνουν λύσεις από το μυαλό τους. Δεν μας ακούνε, δεν συνεργάζονται μαζί μας. Η αγροτική παραγωγή είναι σύνθετη, πρέπει οι πολιτικοί να συναποφασίζουν με τους αγρότες, να έχουμε κι εμείς λόγο σε όσα καλούμαστε να εφαρμόσουμε».
«Προσπαθούμε να κρατήσουμε την ύπαιθρο ζωντανή, να διατηρηθεί η ανθρωπογεωγραφία της χώρας μας», τονίζει ο Γούσιος. «Όσοι έβγαλαν βρώμικο χρήμα, είχαν πλάτες, δεν ήταν μόνοι τους. Διαχρονικά γίνονταν διάφορα κόλπα. Πρέπει να τελειώσουν αυτά, να γίνουμε ένα σοβαρό κράτος, να γίνει κάθαρση και να συγκροτηθεί ένα σχέδιο που θα φέρει ευημερία και ανάπτυξη».





























