Στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, το βράδυ της Δευτέρας (3/11) πραγματοποιήθηκε η ειδική προβολή επεισοδίων της νέας σειράς Ριφιφί του Σωτήρη Τσαφούλια, μια παραγωγή της COSMOTE TV.
Η προβολή έγινε στην κατάμεστη αίθουσα Φρίντα Λιάππα, παρουσία του Chief of Corporate Communications, Sustainability & Channel Productions Ομίλου ΟΤΕ Δημήτρη Μιχαλάκη, της επικεφαλής περιεχομένου της COSMOTE TV Φαίης Τσιτσιπή, του σκηνοθέτη Σωτήρη Τσαφούλια, των σεναριογράφων της σειράς Βασίλη Ρίσβα και Δήμητρας Σακαλή, και των ηθοποιών Ευαγγελίας Μουμούρη, Χρήστου Χατζηπαναγιώτη, Βασίλη Χαραλαμπόπουλου, Προμηθέα Αλειφερόπουλου και Αχιλλέα Ζέρβα.
Για άλλη μια χρονιά, το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης εντάσσει τις σειρές στο επίσημο πρόγραμμά του, παρουσιάζοντας νέες παραγωγές. Η προβολή της σειράς Ριφιφί εντάσσεται στο τμήμα Series Special Screenings, που περιλαμβάνει συνολικά επεισόδια από επτά σειρές.
«Η σειρά βασίζεται σε μία από τις πιο γνωστές ληστείες που έχουν γίνει σε όλη την Ευρώπη. Το περιβόητο “ριφιφί”, όπου ληστές έσκαψαν κάτω από την τράπεζα, αλλά δεν τους έπιασαν ποτέ», ανέφερε ο ο Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Φεστιβάλ, Ορέστης Ανδρεαδάκης.
Η Φαίη Τσιτσιπή, επικεφαλής περιεχομένου της COSMOTE TV επιβεβαίωσε ότι η ιστορία βασίζεται σε αληθινά γεγονότα, εμπλουτισμένα με στοιχεία μυθοπλασίας από τον Βασίλη Ρίσβα και τη Δήμητρα Σακαλή, τους σεναριογράφους της σειράς και συγκεκριμένα στην πολύ γνωστή ληστεία που έγινε τη δεκαετία του ’90 στην Αθήνα. Πρόσθεσε επίσης ότι η σειρά θα κυκλοφορήσει στα μέσα Δεκεμβρίου με έξι επεισόδια.
Από την πλευρά του, ο σκηνοθέτης Σωτήρης Τσαφούλιας θέλησε αρχικά να ξεκαθαρίσει ότι η σειρά «δεν θυμίζει σε τίποτα την εξαιρετικά επιτυχημένη σειρά La casa de papel».
«Η ουσία της ιστορίας είναι πράγματι η ληστεία, αλλά όλος ο πυρήνας της σειράς είναι η δεύτερη ιστορία, η οποία συγκλόνισε την Ελλάδα και θα αποκαλυφθεί στα τελευταία επεισόδια. Η ιστορία αυτή κάνει τη σειρά πιο συναισθηματική και ανθρωποκεντρική. Οι δολοφονίες και οι ληστείες είναι πλέον συχνό φαινόμενο στο τηλεοπτικό περιεχόμενο, οπότε αυτές οι θεματικές δεν απασχόλησαν ούτε εμένα ούτε τους σεναριογράφους: μας απασχόλησε, αντιθέτως, ποιοι πράττουν αυτά τα εγκλήματα, αλλά και για ποιους λόγους. Όλα ξεκινούν από μια ανάγκη, από έναν έρωτα, από έναν πόνο. Η μυθοπλασία ήρθε λοιπόν στο Ριφιφί για να καλύψει όσα δεν γνωρίζαμε, την ταυτότητα δηλαδή των δραστών και τις αιτίες πίσω από τις αποφάσεις τους: τα γεγονότα της ληστείας παρουσιάζονται όπως ακριβώς συνέβησαν», εξήγησε.
Σχετικά με τους λόγους που επιλέχθηκαν ηθοποιοί με κωμικό υπόβαθρο, ο Σωτήρης Τσαφούλιας ανέφερε: «Το ότι χρησιμοποιούμε κωμικούς ηθοποιούς για να κάνουμε μια δραματική σειρά εξηγείται από το γεγονός ότι η κωμωδία ενέχει στοιχεία τραγωδίας: οι δυο τους είναι αλληλένδετες, όπως και στη ζωή. Άλλωστε, δεν είναι σπάνιο να σε πιάνουν τα γέλια την ώρα που αφηγείσαι ένα δυσάρεστο γεγονός, και αντίστοιχα να συγκινείσαι στη διήγηση ενός ευχάριστου γεγονότος. Στο Ριφιφί, προσπαθήσαμε να κρατήσουμε τις σωστές αναλογίες συναισθημάτων ώστε να υπάρχει ισορροπία».
Αναφορικά με τους λόγους που οι «κακοί» χαρακτήρες είναι ιδιαίτερα αγαπητοί στο κοινό, ο Σωτήρης Τσαφούλιας σχολίασε: «Συνηθίζω να λέω ότι ως λαός είμαστε πάντα με την Αντιγόνη και ποτέ με τον Κρέοντα. Υποστηρίζουμε τις αξίες και όχι τις αρχές, διότι οι αρχές αλλάζουν. Οι κανόνες του σήμερα αλλάζουν συνεχώς και το τωρινό νόμιμο μπορεί να θεωρείται παράνομο αύριο. Υποστηρίζουμε τις αξίες του έρωτα, της αγάπης, της φιλίας ή της εκδίκησης και κατανοούμε τις εξωδικαστικές λύσεις, οι οποίες παρουσιάζονται και στις αρχαίες τραγωδίες όπως η Ορέστεια. Προσπαθώ να εισάγω χαρακτήρες που είναι συμπαθείς, γιατί δεν μου αρέσει ο διδακτισμός: θέλω να βγάλει το κοινό τα δικά του συμπεράσματα. Αν παρουσιάσω έναν χαρακτήρα ως αμετάκλητα κακό εξαρχής, έχω πάρει ήδη θέση. Ο ρόλος μου είναι να παρουσιάσω έναν δικό μου προβληματισμό για να τον μοιραστούμε: δεν παρουσιάζω μια θέση για να συμφωνήσετε ή να διαφωνήσετε. Προσπαθώ να διατηρώ μια αντικειμενικότητα γι’ αυτό, όταν παρουσιάζω έναν εγκληματία ως συμπαθή, παρουσιάζω και τα εγκλήματά του με πολύ ρεαλιστικό τρόπο. Δεν κρύβω την ωμότητά τους, ακριβώς για να μην πάρω θέση», ανέφερε.
Αμέσως μετά, η Ευαγγελία Μουμούρη προσέθεσε κάποια σχόλια από την πλευρά του ηθοποιού: «Για να μπορέσεις να μελετήσεις έναν χαρακτήρα οφείλεις να δικαιολογήσεις τις πράξεις του. Ένας κακός χαρακτήρας δεν γεννήθηκε κακός. Στο μαιευτήριο, ένα παιδάκι έχει όλη τη χαρά του Θεού. Το γεγονός ότι φτάνει σε ένα σημείο να χαρακτηριστεί ως κακός, είναι ένας χαρακτηρισμός αόρατος στον ίδιο. Κανένας κακός δεν θεωρεί ότι είναι κακός».
Σχετικά με το ποιες δυσκολίες συνάντησαν στην ενσάρκωση του ρόλου τους, η Ευαγγελία Μουμούρη απάντησε: «Ήρθε ένα τηλεφώνημα από τον Σωτήρη πριν από ενάμιση χρόνο. Δεν πίστευα ότι ήταν εκείνος. Ήταν όλα εύκολα, με ένα υπέροχο σενάριο και μια ανοιχτή παραγωγή. Επισκέφτηκα νοερά τη δεκαετία του ’90, ξύνοντας δικές μου προσωπικές πληγές. Όλα τα υπόλοιπα ήταν πολύ απλά».
Με τη σειρά του, ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος ο οποίος επιστρέφει στην τηλεόραση μετά από χρόνια, σχολίασε: «Παρότι εμφανίζομαι συνεχώς σε τηλεοπτικές επαναλήψεις, είχα πάρα πολλά χρόνια να παίξω στην τηλεόραση. Πέρασαν περίπου 14 χρόνια από την τελευταία μου εμφάνιση. Άρχισα να ζηλεύω κάποιες δουλειές που έβλεπα, πολλές από αυτές του Σωτήρη. Είπαμε ότι κάποια στιγμή πρέπει να δουλέψουμε μαζί. Δέχτηκα κι εγώ, όπως η Ευαγγελία, το τηλεφώνημά του και με μεγάλη χαρά τού είπα πως θα ήθελα να συνεργαστούμε. Δεν θα μπορούσα να βρω καλύτερη αφορμή για να επιστρέψω στην τηλεόραση από τον Σωτήρη, που είναι ο πυλώνας της σειράς, αλλά και τους υπόλοιπους εξαιρετικούς συντελεστές και την παραγωγή. Άλλωστε, δεν είναι και ακριβώς τηλεόραση αυτό που ήθελα να κάνω από εδώ και στο εξής. Ήθελα μια τηλεόραση με κινηματογραφικά στοιχεία. Μου άρεσε πολύ η εμπειρία που ζήσαμε, με τις συνθήκες παραγωγής και τους υπέροχους ανθρώπους που συνάντησα. Η μεγαλύτερη δυσκολία για μένα στον ρόλο που υποδύθηκα ήταν να μην παίξω απλώς τον ρόλο: ήθελα να τον βιώσω και να τον συναισθανθώ», σχολίασε.
Στο σημείο αυτό, ο Χρήστος Χατζηπαναγιώτης επισήμανε: «Χαιρόμαστε πολύ για τη σημερινή προβολή της σειράς: ήταν η πρώτη προβολή και για εμάς τους ίδιους. Από την πρώτη στιγμή που μου έκανε ο Σωτήρης την πρόταση και διάβασα το υπέροχο σενάριο, δέχτηκα αμέσως. Το επόμενο πρωί ξύπνησα μέσα σε έναν μικρό εφιάλτη, γιατί έχω μεγάλο πρόβλημα κλειστοφοβίας και τα γυρίσματα απαιτούσαν να βρισκόμαστε σε υπόγεια και λαγούμια. Στο τελευταίο πλάνο, την τελευταία μέρα, έπαθα μια μικρή κρίση πανικού. Όλα όμως πήγαν καλά τελικά».
Στη συνέχεια, τον λόγο πήρε ο Αχιλλέας Ζέρβας: «Είμαι πολύ συγκινημένος. Ο ρόλος μου επί της ουσίας δεν υπήρχε. Πήγα για πλάκα σε ένα μάθημα του Σωτήρη, θεωρώντας πως δεν θα καταφέρω τίποτα. Δεν ξέρω τι έγινε σε εκείνο το μάθημα και κατάφερα να έχω ρόλο στη σειρά. Ποτέ δεν πίστευα πως υπήρχε περίπτωση να βρεθώ μπροστά σε τόσο κοινό όσο βρίσκεται εδώ σήμερα, πόσο μάλλον να συνεργαστώ με τόσο εκπληκτικούς ηθοποιούς. Το σενάριο ήταν το καλύτερο που έχω διαβάσει μέχρι τώρα. Χαίρομαι που ο Σωτήρης είναι στη ζωή μου: για ένα παιδί με τραυλισμό όπως εγώ, τα πράγματα δεν είναι εύκολα στην Ελλάδα. Όταν είδα τον ρόλο μου, πραγματικά δεν το πίστευα. Για μένα είναι πολύ μεγάλη τιμή να βρίσκομαι σε αυτή τη σειρά», τόνισε ο Αχιλλέας Ζέρβας.
Σχετικά με τις απαιτήσεις των σκηνικών, ο Σωτήρης Τσαφούλιας ανέφερε: «Οι δυσκολίες ήταν μεγάλες. Είναι πιο εύκολο να αναβιώσει κανείς την Αθήνα του 1900 ή του 1800, παρά του 1990. Όλα τα πεζοδρόμια και τα φανάρια ήταν αλλιώς. Έπρεπε να είμαστε πολύ προσεκτικοί στο πώς θα προσεγγίσουμε τα λεωφορεία και τα αυτοκίνητα, αλλά και όλη την αισθητική συνολικά. Αυτό ήταν και το μεγάλο στοίχημα της σειράς: να κρατήσει την επαφή με την εποχή στην οποία τοποθετείται. Πολλά από τα σκηνικά κατασκευάστηκαν: αξίζουν πολλά συγχαρητήρια στην εταιρεία παραγωγής».
Τέλος και σχετικά με την έννοια της συμπερίληψης, ο σκηνοθέτης της σειράς ανέφερε: «Όταν ευχόμαστε αφθονία το μυαλό μας πάει στα πολλά αγαθά, ενώ η ουσία είναι να μην έχουμε φθόνο για τον διπλανό μας. Ακόμα όμως κι αν αγνοεί κανείς το νόημα μιας λέξης, αυτή δεν χάνει τη δύναμή της. Ο κόσμος δεν ανήκει σε κανέναν: το νόημα είναι να συμπεριφερόμαστε ανθρώπινα και να είμαστε αγαπημένοι», ολοκλήρωσε.




























