«Οι φτωχοί άνθρωποι δεν είναι ελεύθεροι. Η πρωταρχική υποχρέωση του κράτους και της κοινωνίας των πολιτών του είναι να χρησιμοποιήσει τις εξουσίες του και να κατανείμει τους πόρους του για να εξαλείψει τη φτώχεια και την πείνα και να παράσχει ασφάλεια εισοδήματος, ασφάλεια έναντι των ατυχών περιστάσεων της ζωής και ασφάλεια επαρκούς στέγασης».
Τα παραπάνω ειπώθηκαν από τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ρούζβελτ στο ετήσιο μήνυμα προς το Κογκρέσο το 1935, εκφράζοντας σαφώς την άποψη ότι στη ρίζα των οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων της δεκαετίας του 1930 ήταν οι υπερβολικές ελευθερίες της αγοράς.
Χωρίς λόγους σύγκρισης, να θυμηθούμε ότι κάτι αντίστοιχο έλεγε ο Κ. Μάρξ «ένα άδειο στομάχι δεν είναι πρόσφορο στην ελευθερία».
Η επιδοματική πολιτική της κυβέρνησης στη χώρα μας δεν στοχεύει μόνο στην άμβλυνση της κοινωνικής δυσαρέσκειας σε κοινωνικές ομάδες που θεωρούνταν προνομιακές γι αυτή όπως οι συνταξιούχοι και οι ένστολοι ή στους νέους που διαμορφώνουν τώρα πολιτική άποψη. Στοχεύει στην επιβολή νοοτροπίας εξάρτησης με την διαρκή αναμονή καλύτερων ημερών και την εδραίωση του φόβου ότι μια μέρα μπορεί να χαθούν όλα αν δεν υπάρχει στήριξη και υπακοή. Το 2024 έκλεισε με πρωτογενές πλεόνασμα 4,8% του ΑΕΠ, το μεγαλύτερο καταγεγραμμένο στην χώρα μας τα τελευταία χρόνια. Τώρα δίνουν 250 ευρώ μετά από εφτά μήνες στους φτωχούς για να ανακάμψει δημοσκοπικά. Τίποτα όμως μόνιμο. Η 13η σύνταξη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ήταν δήθεν «ψίχουλα». Στηρίζεται στο προσωρινό για να δίνει με το «σταγονόμετρο» μέχρι τις εκλογές. Θυμίζει το «σάλπισμα νομής» για τα στρατιωτικά άλογα όταν μεταφέρονταν με το πλοίο προκειμένου να ηρεμήσουν, χωρίς στην πραγματικότητα να τους δίνουν τροφή.
Η αντίληψη που προσπαθεί να επιβάλλει η κυβέρνηση είναι ότι δεν έχει σημασία η υποβάθμιση των νοσοκομείων, η ακρίβεια στα σουπερμάρκετ σε βασικά είδη διατροφής, η αυξημένη εγκληματικότητα, η εκτεταμένη διαφθορά, η αύξηση των οικονομικών ανισοτήτων, ο έλεγχος των ΜΜΕ από τα συστημικά μέχρι τα επαρχιακά. Σημασία έχουν τα οικονομικά μεγέθη που απεικονίζουν την ευημερία των οικονομικών ελίτ και όχι την κοινωνική. Η οικονομία πλέον δεν παράγει προϊόντα, «παράγει» όμως φτωχοποίηση με κακοπληρωμένους εργαζόμενους.
Παρουσιάζουν σαν επιτυχία μια φαινομενική ειρήνη μέσω παραχώρησης δικαιωμάτων στους ηγετικούς κύκλους της Ε.Ε. και των ΗΠΑ. Ακόμη και της Τουρκίας προκειμένου να μειωθούν οι μεταναστευτικές ροές και οι παραβιάσεις του εναερίου χώρου. Δίνουν χώρο για να πάρουν ανοχή. Αυτό όμως αποθρασύνει την ξένη παρέμβαση και υποθηκεύει το μέλλον μας. Απόδειξη η απαξίωση του ρόλου της χώρας στα Βαλκάνια και στη Μ. Ανατολή.
Η κυβερνητική πολιτική είναι σχεδιασμένη και ελεγχόμενη. Το κράτος αποσύρεται από τους τομείς υγείας, εκπαίδευσης και κοινωνικών υπηρεσιών, που κάποτε αποτελούσαν το θεμέλιο του φιλελευθερισμού και της σταθερότητας και μεταφέρει τις ευθύνες στο άτομο. Η προσωπική αποτυχία αποδίδεται στα προσωπικά ελαττώματα και στην έλλειψη προσπάθειας. Εκεί που τα όρια μεταξύ του κράτους και των οικονομικών ελίτ ήταν πορώδη, φτάσαμε να μην υπάρχουν όρια. Κάθε αντίδραση πληρώνεται ακριβά.
Οι τελευταίες εξελίξεις με την πολιτική Τραμπ δείχνουν το έσχατο σημείο κοινωνικής κατάπτωσης που όχι τυχαία ανταποκρίνεται σε έσχατο σημείο έλλειψης προστασίας στις αναπτυγμένες δυτικές χώρες, σε χαμηλό επίπεδο κοινωνικής συνείδησης, οργάνωσης και διεκδικήσεων, σε χαμηλό επίπεδο συνολικής εκπαίδευσης, σε ανυπαρξία αλληλεγγύης. Οι άνθρωποι της εργασίας, απογοητευμένοι και ανυπεράσπιστοι, αναζητούν σωτήρες ακόμη και ενάντια στα συμφέροντά τους.
Το ίδιο γίνεται στην Ευρώπη όπου αφελέστατα ή υστερόβουλα πιστεύουν ότι η οικονομία του πολέμου, άρα και ο πόλεμος και η αντίθεση στους μετανάστες θα σώσει τα συμφέροντά και το μέλλον τους.
Το ίδιο γίνεται και στην Ελλάδα όπου η κυβέρνηση στηρίζει τον «ευρωπαϊκό πόλεμο» στην Ουκρανία και όχι τη δική μας θωράκιση στα Ανατολικά ή όταν αγοράζει σύγχρονα όπλα το κάνει για λόγους υποστήριξης από άλλες χώρες, κάτι που ποτέ δεν υλοποιήθηκε. Κάτι που θυμίζει την εμμονή του Μεταξά που οχύρωνε τα σύνορα με τη Βουλγαρία ενώ οι Ιταλοί είχαν μπει στην Αλβανία και άφηνε τα εκεί σύνορα ανοχύρωτα.
Η Αριστερά θα πρέπει να επιλέξει ανάμεσα στην επικράτηση του ατομικού συμφέροντος πάνω στο δημόσιο ή στην επανασυγκρότηση του κράτους με προστασία των δομών. Μέχρι τώρα η σοσιαλδημοκρατία επέλεξε τον ίδιο δρόμο με τη Δεξιά για να μη κατηγορηθεί σαν σταλινική. Ταυτίσθηκε με τον αντίπαλο και βούλιαξε. Κάθε λογικός άνθρωπος μεσαίου και κάτω εισοδήματος βλέπει ότι τα δημόσια νοσοκομεία δεν πρέπει να ιδιωτικοποιηθούν και ότι η ιδιωτικοποίηση στα τρένα απέτυχε.
Δεν υπάρχει κάποιος που θα αρνηθεί την αποδέσμευση της αγροτικής παραγωγής από τις δεσμεύσεις της Ε.Ε.
Τα κινήματα, ιστορικά απέτυχαν σε στόχους διαρκείας λόγω έλλειψης οργάνωσης, ενιαίας ηγεσίας και ύπαρξης πολλαπλών στόχων. Είναι καλά για την αρχή αλλά όχι για τη συνέχεια. Κινήματα χωρίς κόμματα που θα τα υποδεχτούν είναι ανεμομαζώματα που μπορεί να οδηγήσουν από την Ακροδεξιά μέχρι μονοπρόσωπα κόμματα χωρίς πρόγραμμα.
Η συγκόλληση της Αριστεράς προκειμένου να ανακόψει την οπισθοδρόμηση στην παραγωγικότητα και στο κοινωνικό κράτος, μπορεί να γίνει πάνω σε πρόγραμμα με δεσμεύσεις για τους εργαζόμενους και συγκρούσεις με οργανωμένα συμφέροντα. Η προσέγγιση με το Κέντρο αποδείχτηκε λάθος. Η όλη πολιτική της γέφυρας με τη συντήρηση απέτυχε σε όλο τον κόσμο. Το ίδιο απέτυχε η μονομέρεια της Αριστεράς στον «ανθρωπισμό». Μένει να φανεί μια ενωτική προσπάθεια με κεντρικούς στόχους που θα αυξήσουν την παραγωγικότητα, θα βελτιώσουν το κοινωνικό κράτος και θα ανακόψουν την κατηφόρα και την απομόνωση της χώρας.
Υπάρχει ανάγκη κεντρικού συντονισμού, καθοδήγησης της παραγωγής και μόνιμων κοινωνικών παροχών. Το κράτος δεν πρέπει να είναι παρατηρητής ή «νυχτοφύλακας» όπως το θέλει η Δεξιά. Η αγορά δεν μπορεί να είναι ασύδοτη. Οι ανισότητες δεν μπορεί να διευρύνονται συνεχώς επ’ ωφελεία του 10%.
Βλέπουμε παγκόσμια τι κακό κάνουν οι αβεβαιότητες στην οικονομική πολιτική και η έλλειψη παραγωγικότητας. Το ίδιο κακό κάνουν οι περιστασιακές, αβέβαιες και όχι μόνιμες αμοιβές των εργαζόμενων ή των συνταξιούχων. Δημιουργούν εκλογική πελατεία αλλά προκαλούν εξαρτήσεις σκλαβιάς.
Η λύση δεν βρίσκεται σε μια καλύτερη διαχείριση αλλά σε μια πολιτική σε άλλη βάση.
(Ο Νίκος Τόσκας είναι πρώην υπουργός και υποστράτηγος ε.α.)
























