Το δέρμα φιδιού, η σκόνη από μούμια και από αλεσμένα πνευμόνια αλεπούς, αλλά και το μπέζοαρ (μια πέτρα που σχηματίζεται στο στομάχι της κατσίκας και είναι ισχυρό αντίδοτο για τα περισσότερα δηλητήρια), που φιγουράρουν μέσα σε όμορφα γυάλινα βάζα πάνω στα ράφια επίπλων από φαρμακεία του 17ου και του 18ου αιώνα τραβάνε το βλέμμα του επισκέπτη. Και όταν φτάνεις στο μήκους δύο μέτρων κέρατο ενός υποτιθέμενου αληθινού μονόκερου -που στην πραγματικότητα είναι μιας φάλαινας- ψάχνεις γύρω σου μήπως προβάλει και ο μοχθηρός καθηγητής Σέβερους Σνέιπ του Χάρι Πότερ!
«Το μουσείο εκτείνεται σε τρία επίπεδα και προσφέρει μια πολύ καλή εικόνα της ιστορίας της φαρμακευτικής στο γερμανόφωνο χώρο», μου λέει ο κ. Γιώργος Βαλσαμάκης, ο οποίος εκπονεί τη διδακτορική του διατριβή στην Αρχαία Ιστορία στο πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης και παράλληλα εργάζεται στο μουσείο. Ο ίδιος έχει αναλάβει σήμερα να με ξεναγήσει στον χώρο και να μοιραστεί μαζί μου πληροφορίες, εικόνες, ιστορίες και μύθους, αλλά και σημαντικές αλήθειες:
«Τα αντικείμενα του μουσείου -περίπου 20.000- προέρχονται κατά κύριο λόγο από γερμανικά μοναστήρια του 18ου αιώνα και μετά. Αργότερα προστέθηκαν και κάποια κομμάτια από φαρμακεία δημόσιου τύπου και συνεχίζουν να προστίθενται. Η συλλογή του μουσείου ακολουθεί δύο βασικούς άξονες. Ο πρώτος δείχνει τη διαρρύθμιση ενός φαρμακείου, δηλαδή πώς ήταν ως τόπος εργασίας, τι περιλάμβανε και πως εξελίχθηκε ιστορικά, και ο δεύτερος ποιες ουσίες χρησιμοποιούνταν ως φάρμακα. Δεν περιλαμβάνονται όλα τα αντικείμενα σε αυτό τον χώρο, υπάρχει επιπλέον και μία αποθήκη στην πόλη», λέει ο κ. Βαλσαμάκης.
Το αγαπημένο έκθεμα του Έλληνα ξεναγού μου, το οποίο μου δείχνει πρώτα, φωλιάζει στον πέτρινο τοίχο ακριβώς πίσω από τον πάγκο της ρεσεψιόν. Είναι ένα ξύλινο ντουλάπι φαρμακείου από την περίοδο του μπαρόκ, που μετράει περίπου 300 χρόνια. Κάποτε βρισκόταν σε ένα μοναστήρι στο Schongau της Βαυαρίας.
Ο κ. Βαλσαμάκης, φορώντας γάντια, ανοίγει, μόνο για μένα, τις περίτεχνα ζωγραφισμένες πόρτες με προσοχή και περίπου 200 φιαλίδια και βάζα έρχονται στο φως. Είναι ζωγραφισμένα στο χέρι, σφραγισμένα με κομμάτια δέρματος και περγαμηνής και φέρουν ετικέτες στα λατινικά.
Δύο δοχεία που μοιάζουν με ποτήρια γράφουν στην ετικέτα «Bezoar», ένα άλλο γράφει «Serpent», ενώ η ετικέτα ενός άλλου που περιέχει μια κόκκινη σκόνη γράφει «Cinabr». Σε ένα άλλο ράφι βρίσκονται μικρά μπουκάλια με αιθέρια έλαια. «Ό,τι υπάρχει μέσα σε αυτά έχει διατηρηθεί. Είναι σπάνιο να διατηρούνται μετά από τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα τα αιθέρια έλαια. Και όμως, τα περισσότερα από αυτά είναι άθικτα», συμπληρώνει ο ξεναγός μου.
Στον χώρο της ρεσεψιόν βρίσκονται επίσης δυο αγάλματα των Αγίων Αναργύρων (Κοσμά και Δαμιανού)- ο ένας γιατρός και ο άλλος φαρμακοποιός-που ο ένας κρατάει ένα τυπικό ιατρικό εργαλείο, έναν ουροσυλλέκτη της εποχής, και ο άλλος ένα γουδί και μία σπάτουλα για την παραγωγή των φαρμακευτικών αλοιφών. Το βλέμμα πέφτει επίσης και σε έναν ζωγραφικό πίνακα του δεύτερου μισού του 18ου αιώνα που απεικονίζει αλληγορικά τον Χριστό ως φαρμακοποιό να ζυγίζει τις ψυχές. Στέκεται μπροστά σε ένα τραπέζι φαρμακείου πάνω στο οποίο βρίσκονται τα «φάρμακα» μέσα σε δοχεία που γράφουν: αγάπη, υπομονή, κατανόηση, ενσυναίσθηση και το «βιβλίο του φαρμακοποιού» με τις συνταγές που γράφει: «Ευαγγέλιο».
«Βουτιά» στην ιστορία της φαρμακευτικής
Οι πλήρως διατηρημένοι εσωτερικοί χώροι των ιστορικών φαρμακείων από τον 17ο έως τον 19ο αιώνα αποτελούν ιδιαίτερα εκθέματα. Μια βόλτα μας οδηγεί μπροστά από ζωγραφισμένα ντουλάπια ενός πρώην φαρμακείου μοναστηριού, σε υπέροχα μπαρόκ φαρμακεία και σε κομψά σχέδια της περιόδου Biedermeier.
Ιδιαίτερα εντυπωσιακή είναι η συλλογή από πολύτιμα δοχεία φαρμακείου από γυαλί, φαγιάνς και από πολύχρωμα ζωγραφισμένη μαγιόλικα. Ο θολωτός Πύργος του Apothecary προσφέρει επίσης τον ενθουσιασμό ενός εργαστηρίου και όλου του εξοπλισμού του.
Πηγαίνοντας προς τα πίσω στην ιστορία του μουσείου, ο κ. Βαλσαμάκης μού λέει πως ιδρύθηκε το 1938 στο Μόναχο από το ομώνυμο Ίδρυμα Γερμανικού Μουσείου Φαρμακευτικής, το οποίο συστάθηκε το 1937. Τα εκθέματα που παρουσιάστηκαν τότε προέρχονταν αποκλειστικά από δωρεές, όπως από τις εκτεταμένες ιδιωτικές συλλογές της οικογένειας Rath, της Φρανκφούρτης (πρώην ιδιοκτήτες της Vial & Uhlmann Co.) και του Walter Heinrici, φαρμακοποιού.
Δυστυχώς λίγα χρόνια αργότερα το μουσείο έκλεισε εξαιτίας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και όσα από τα κομμάτια των συλλογών δεν πρόλαβαν να μεταφερθούν σε ασφαλείς αποθήκες χτυπήθηκαν από βόμβες και καταστράφηκαν ολοσχερώς. Μετά το τέλος του πολέμου, οι συλλογές που επέζησαν από τις καταστροφές του πολέμου βρήκαν προσωρινή στέγη στην πριγκιπική-επισκοπική κατοικία της Βαμβέργης. Κι όμως, τα περισσότερα από τα αποθέματα θα μπορούσαν να είχαν σωθεί.
Το 1957 το Γερμανικό Μουσείο Φαρμακευτικής ξανάνοιξε επίσημα στις ευρύχωρες εγκαταστάσεις του ανακτόρου Ottheinrich Renaissance στο Κάστρο της Χαϊδελβέργης, προσφέροντας μια συναρπαστική ματιά στην πιο πλήρη και ολοκληρωμένη συλλογή αντικειμένων παγκοσμίως και απεικονίζοντας την ιστορία του φαρμακείου στο υψηλότερο επίπεδο ποιότητας. Για αυτό και δέχεται γύρω στις 700.000 επισκέπτες κάθε χρόνο.
Η θεραπευτική δύναμη της φύσης
Η συναρπαστική βόλτα στο υπόγειο της πτέρυγας του Ottheinrich είναι γεμάτη αντιθέσεις, από τη μια έχει μια «ανάσα πανώλης» και από την άλλη «ουράνια αρώματα» από βότανα. Σίγουρα όμως αποτυπώνει το πώς χρησιμοποιήθηκαν οι θεραπευτικές δυνάμεις της φύσης στον Μεσαίωνα και στην Πρώιμη Σύγχρονη Εποχή.
Εκτός από ουσίες που προέρχονται από φυτά, μια ποικιλία από περίεργες εμπνεύσεις κρύβεται ανάμεσα στις περίπου 1.000 θεραπείες. Για παράδειγμα, τον 16ο αιώνα, η σκόνη μούμιας εκτιμήθηκε ως φάρμακο για τον βήχα, τον πονόλαιμο, τη ραγισμένη καρδιά, τα ρίγη και τον πονοκέφαλο και τα κονιορτοποιημένα με βότανα και μέλι δόντια αγριόχοιρου χρησιμοποιήθηκαν για τον πονόδοντο και τον πονοκέφαλο.
«Σύμφωνα με τη θεωρία του μουσείου εκεί μέσα “ακολουθούνται τα σημάδια της φύσης”, για παράδειγμα το δέρμα φιδιού θα μπορούσε να βοηθήσει σε δερματικές παθήσεις, τα αλεσμένα πνευμόνια αλεπούς θα μπορούσαν να ενισχύσουν την ανθεκτικότητα ενός οργανισμού, αν συνδυάσει κάποιος ότι η αλεπού αντέχει να τρέχει γρήγορα και να ζει σε περιβάλλον με υγρασία, η σκόνη από κρανίο ανθρώπου καταδικασμένου σε θάνατο βοηθούσε στην επιληψία, η σκόνη από απολιθωμένους χαυλιόδοντες μαμούθ έδιωχνε τις τοξίνες, το λιωμένο τοπάζι έδιωχνε τους δαίμονες, ενώ το ανθρώπινο λίπος αποτελούσε συστατικό αλοιφών. Όσο για τον μανδραγόρα, εικάζεται ότι η ρίζα του σε σχήμα ανθρώπου με μαλλιά έβγαζε θανατηφόρες κραυγές και χρησιμοποιήθηκε ως ναρκωτικό», περιγράφει ο κ. Βαλσαμάκης.
Ο θησαυρός των φαρμάκων, περιλάμβανε περίπου 2.000 δραστικές ουσίες κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, για αυτό και το Γερμανικό Μουσείο Φαρμακευτικής τους αφιερώνει μια ξεχωριστή αίθουσα. Ορισμένα αξιοπερίεργα αποθηκεύονται σε βιτρίνες με έντονο φωτισμό με τοξωτά παράθυρα. Όπως το γκρίζο, κηρώδες αμπέρι, γνωστό στην καθομιλουμένη ως sperm whale-meme, του οποίου το άρωμα λέγεται ότι βοηθά στη λιποθυμία ή μια ουσία από τον πρωκτικό αδένα του Viverridae, ενός είδους θηλαστικού που μοιάζει με γάτα, το οποίο χορηγούνταν στα παιδιά «για τη ζημιά του στομάχου».
Κατά την ξενάγηση μου ο Έλληνας ξεναγός μου μού λέει πως μέχρι τον 19ο αιώνα οι άνθρωποι δεν ήξεραν για τα βακτήρια και τους ιούς και “γεννούσαν” δικές τους θεωρίες για την αρρώστια τους και τη θεραπεία τους. Μεγάλο μέρος της κατανόησης των ασθενειών βασίστηκε στις θεωρίες των Ελλήνων ιατρών της αρχαιότητας.
Η χριστιανική και η περσο-αραβική ιατρική επηρέασαν σημαντικά την ευρωπαϊκή ιατρική. Αυτό αντικατοπτρίζεται, για παράδειγμα, στην επιλογή ακατέργαστων και φαρμακευτικών ουσιών που χρησιμοποιούνται για θεραπευτικούς σκοπούς, οι οποίες περιλαμβάνουν πολλά μπαχαρικά από τη Μέση και Άπω Ανατολή, όπως πιπέρι, μοσχοκάρυδο και σαφράν, για τα οποία πιστευόταν ότι είχαν διεγερτικό, πεπτικό ή ακόμα και αφροδισιακό αποτέλεσμα, εκτός από το πιπέρι.
«Στους μελλοντικούς στόχους του μουσείου συμπεριλαμβάνεται η συλλογή και ανάδειξη των φαρμάκων που χρησιμοποιήθηκαν κατά τον 20ο, όπως η Ασπιρίνη και η Πενικιλίνη, αλλά και κατά τον 21ο αιώνα», με πληροφορεί ο κ. Βαλσαμάκης συνοδεύοντάς με προς την έξοδο.
Λίγο πριν βγω από τον χώρο το μάτι μου πέφτει σε έναν αλιγάτορα που κρέμεται από την οροφή ενός φαρμακείου της συλλογής, αλλά και σε ένα κέρατο πραγματικού μονόκερου ύψους 2,50 μέτρων περίπου που δείχνει να είναι πολύ βαρύ.
Πώς θα μπορούσε ένα ζώο να τριγυρίζει με τέτοιο βάρος στο κεφάλι του; Τον ρωτάω. «Δεν είναι καθόλου κέρατο. Είναι ένα δόντι, ο χαυλιόδοντας μιας φάλαινας στη βόρεια θάλασσα», μου απαντάει ο ξεναγός μου.
Αυτό έχει ελάχιστη σχέση με τη μαγεία είναι όμως εξίσου θεαματικό και σε ταξιδεύει!