Επιστήμη

Οι φτωχοί και οι ευάλωτοι δεν παίρνουν… ανάσα στον αστικό ιστό και κινδυνεύουν περισσότερο από θερμοπληξία

Οι φτωχοί και οι ευάλωτοι δεν παίρνουν… ανάσα στον αστικό ιστό και κινδυνεύουν περισσότερο από θερμοπληξία
Μια ομάδα ευρωπαίων ερευνητών ανάμεσά τους και Έλληνες από το Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας ρίχνουν φως στην περιβαλλοντική αδικία που βιώνουν εξαιτίας του καύσωνα ευάλωτες πληθυσμιακές ομάδες σε 14 μεγάλες Ευρωπαϊκές πόλεις.

Η κλιματική αλλαγή είναι και ζήτημα δικαιοσύνης. Για την ακρίβεια περιβαλλοντικής δικαιοσύνης ή «κλιματικής δικαιοσύνης» (climate justice), σύμφωνα με τον όρο με τον οποίο συχνά πλαισιώνεται. Κλιματική δικαιοσύνη σημαίνει να θέτεις την ισότητα και τα ανθρώπινα δικαιώματα στον πυρήνα της λήψης αποφάσεων και της δράσης για την κλιματική αλλαγή.

Δυστυχώς όμως ο κόσμος είναι ένα μέρος γεμάτο ανισότητες. Τα περιθωριοποιημένα και ευάλωτα άτομα υφίστανται το μεγαλύτερο βάρος της αδικίας, είτε αυτή είναι κοινωνική, οικονομική, είτε περιβαλλοντική.

Εάν η περιβαλλοντική δικαιοσύνη αφορά το δικαίωμα όλων για προστασία από περιβαλλοντικές βλάβες, τότε η περιβαλλοντική αδικία είναι αυτό που συμβαίνει σε κάποιους από εμάς όταν δεν τους παρέχεται αυτό το δικαίωμα.

Η περιβαλλοντική αδικία συμβαίνει για διάφορους λόγους και περιλαμβάνει πολλαπλούς τύπους διακρίσεων.

Για παράδειγμα, η κοινωνικοοικονομική κατάσταση παίζει σημαντικό ρόλο στον τρόπο με τον οποίο οι διάφορες πληθυσμιακές ομάδες καλούνται να αντιμετωπίσουν ανθρωπογενείς περιβαλλοντικούς κινδύνους.

Μια τέτοια περιβαλλοντική αδικία επισημαίνει μια ομάδα ευρωπαίων επιστημόνων, ανάμεσα στους οποίους είναι και Έλληνες από το Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας (ΙΤΕ) στην Κρήτη, σε μια μελέτη που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στην επιστημονική επιθεώρηση Nature Cities.

Συγκεκριμένα, η μελέτη που συντονίστηκε από την Καθηγήτρια Birgit Kleinschmit και την ομάδα της στο Πολυτεχνείο του Βερολίνου, ρίχνει φως στη σοβαρή περιβαλλοντική αδικία που σχετίζεται με τη θερμική καταπόνηση σε 14 μεγάλες Ευρωπαϊκές πόλεις σε 13 χώρες, αναδεικνύοντας τις άνισες επιπτώσεις της υπερθέρμανσης στην υγεία του πληθυσμού, με τις ευάλωτες ομάδες να είναι σε ιδιαίτερα μειονεκτική θέση.

Οι μεγάλες πόλεις υποφέρουν από τους καύσωνες

«Τις δυο τελευταίες δεκαετίες η Ευρώπη ήρθε αντιμέτωπη με ιδιαίτερα έντονους και ισχυρούς καύσωνες, συγκριτικά με άλλες περιοχές μεσαίου γεωγραφικού πλάτους.

Έντονοι καύσωνες σημειώθηκαν σε ολόκληρη την ήπειρο το 2003, το 2010, το 2018, το 2021 και το 2022, ενώ τα προγνωστικά για το φετινό καλοκαίρι δεν είναι αισιόδοξα, καθώς οι κλιματικές προσομοιώσεις προβλέπουν αύξηση της συχνότητας και της έντασης των καυσώνων στο μέλλον.

Ενδεικτικά, οι καύσωνες μεταξύ του 2012 και του 2021 ήταν κατά 50% περίπου εντονότεροι συγκριτικά με την προηγούμενη δεκαετία (2002–2011) και δέκα φορές εντονότεροι από τους αντίστοιχους του χρονικού διαστήματος 1950–2001», σχολιάζει ο Δρ. Νεκτάριος Χρυσουλάκης από το Ινστιτούτο Υπολογιστικών Μαθηματικών του ΙΤΕ που συμμετείχε στη μελέτη.

Η θερμική καταπόνηση αποτελεί την κύρια αιτία θανάτων που αποδίδονται σε παράγοντες σχετικούς με το κλίμα στην Ευρώπη.

Σύμφωνα με τη μελέτη, την δεκαετία 2010–2019, ο ευρωπαϊκός πληθυσμός εκτέθηκε σε καύσωνες κατά 57% περισσότερο συγκριτικά με την προηγούμενη δεκαετία (2000–2009).

Η κλιμάκωση της έκθεσης οδήγησε σε 30 επιπλέον θανάτους ατόμων ανά εκατομμύριο εξαιτίας του θερμικού σοκ τις τελευταίες δύο δεκαετίες στην Ευρώπη.

Ενδεικτικά, μια άλλη πανευρωπαϊκή μελέτη που ποσοτικοποίησε τη θνησιμότητα που σχετίζεται με τη ζέστη στην Ευρώπη, αναφέρει κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού του 2022  περισσότερα από 60.000 θύματα, υπολογίζοντας 8.173 θανάτους στη Γερμανία, 11.324 στην Ισπανία και 18.010 στην Ιταλία.

Η κλιματική αλλαγή μπορεί να επιδεινώσει την ποιότητα του αέρα. Τα κύματα καύσωνα κάνουν τις αέριες μάζες να παραμένουν στάσιμες εμποδίζοντας την απομάκρυνση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.

Οι υψηλότερες θερμοκρασίες προκαλούν περισσότερη αιθαλομίχλη, ιδιαίτερα το καλοκαίρι και οι πυρκαγιές, που τροφοδοτούνται από τα κύματα καύσωνα και την ξηρασία, παράγουν καπνό που περιέχει τοξικούς ρύπους.

Σύμφωνα με τον Δρα Χρυσουλάκη, οι μεγάλες πόλεις επηρεάζονται περισσότερο, εξαιτίας της αστικής δομής και της αστικής λειτουργίας που αυξάνουν τη θερμοκρασία.

Οι δε, κίνδυνοι θερμικής καταπόνησης μπορεί να ποικίλλουν σημαντικά ανάλογα με τα διαφορετικά μικροκλίματα μέσα σε μια πόλη που υποφέρει από καύσωνα.

Οι ευάλωτες πληθυσμιακές ομάδες, όπως κάτοικοι χαμηλού εισοδήματος, ενοικιαστές, μετανάστες και άνεργοι διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο θερμοπληξίας από καύσωνα, καθώς συχνά δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν το κόστος παθητικών ή ενεργητικών μέσων ψύξης.

Το θερμικό στρες μπορεί να επιδεινώσει τις καρδιακές παθήσεις και τον διαβήτη και η άνοδος της θερμοκρασίας που έχει ως αποτέλεσμα περισσότερη αιθαλομίχλη, επιδεινώνει το άσθμα και τη ΧΑΠ.

Τα κύματα καύσωνα επηρεάζουν επίσης τους τοκετούς.

Όσο περνά ο καιρός, αυτές οι ομάδες θα υφίστανται τις χειρότερες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, εκτός και αν γίνει συνειδητό ότι η καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και η περιβαλλοντική δικαιοσύνη είναι άρρηκτα συνδεδεμένες.

Μετρώντας την περιβαλλοντική αδικία

Οι περισσότερες μελέτες που αξιολογούν το θερμικό στρες στις πόλεις βασίζονται σε διαφορές στη θερμοκρασία της επιφάνειας (Land Surface Temperaturte - LST) μεταξύ αστικών και περι-αστικών περιοχών για τον προσδιορισμό της αστικής θερμικής νησίδας (Urban Heat Island - UHI). Μια αστική περιοχή χαρακτηρίζεται ως αστική θερμική νησίδα όταν παρουσιάζεται σημαντικά θερμότερη συγκριτικά με τις κοντινές περι-αστικές ή υπαίθριες/ αγροτικές περιοχές λόγω των τεχνητών υποδομών και των ανθρώπινων δραστηριοτήτων. 

Ωστόσο, η ανθρώπινη θερμική άνεση (η ανοχή του ανθρώπου στη ζέστη) και ευεξία εξαρτώνται κυρίως από το ισοζύγιο ακτινοβολιών, με τη θερμοκρασία και την υγρασία του αέρα, καθώς και με την ταχύτητα του ανέμου σε τοπική κλίμακα.

Η ποσοτικοποίηση των οικοσυστημικών υπηρεσιών φυσικής ψύξης που παρέχει το αστικό πράσινο μέσω της σκίασης (radiative cooling) και της εξατμισοδιαπνοής (evapotarive cooling), είναι αυτή που παίζει καθοριστικό ρόλο στην αξιολόγηση της θερμικής καταπόνησης.

«Για να εκτιμήσουμε αυτές τις παραμέτρους χρησιμοποιήσαμε προσομοιώσεις του μοντέλου SCOPE (Soil-Canopy-Observation of Photosynthesis and Energy Fluxes), το οποίο ποσοτικοποιεί την αλληλεπίδραση της ακτινοβολίας με την βλάστηση σε συνδυασμό με τις ροές θερμότητας και το ενεργειακό ισοζύγιο στο αστικό περιβάλλον.

dr_0dcd0.jpg

Δρ Νεκτάριος Χρυσουλάκης

Τα αποτελέσματα του μοντέλου αξιολογήθηκαν με βάση μετρήσεις της καθαρής ροής ακτινοβολίας και εξατμισοδιαπνοής από Αστικούς Μικρομετεωρολογικούς Πύργους (Urban Flux Towers), οι οποίοι λειτουργούν είτε στις πόλεις που μελετήθηκαν, είτε σε κοντινές πόλεις στην ίδια κλιματική ζώνη», εξηγεί ο Δρ Χρυσουλάκης.

Οι Μικρομετερωρολογικοί Πύργοι είναι υποδομές με ειδικό εξοπλισμό υψηλής τεχνολογίας για την αντικειμενική εκτίμηση των εκπομπών θερμότητας και CO2.

Στην Ελλάδα, Μικρομετερωρολογικοί Πύργοι σε Αστικό και Φυσικό Περιβάλλον έχουν τοποθετεί από το Εργαστήριο Τηλεπισκόπησης και Εφαρμογών του ΙΤΕ, στο κέντρο της Ηρακλείου και στην οικιστική περιοχή του Μασταμπά.

«Και δύο αυτοί πύργοι είναι πιστοποιημένοι από την Ευρωπαϊκή Υποδομή ICOS (Integrated Carbon Observation System) και χρησιμοποιήθηκαν για την αξιολόγηση του μοντέλου SCOPE πριν την εφαρμογή του στην Αθήνα.

Σημειώνεται δε, ότι το Ηράκλειο είναι η μοναδική Ελληνική πόλη και μία από τις ελάχιστες Ευρωπαϊκές που διαθέτει τέτοιο εξοπλισμό (μόνο 7 Αστικοί Μικρομετεωρολογικοί Πύργοι έχουν πιστοποίηση ICOS σε όλη την Ευρώπη και δύο από αυτούς λειτουργούν επιχειρησιακά από το ΙΤΕ στο Ηράκλειο)», προσθέτει ο Έλληνας επιστήμονας.

Στη συγκεκριμένη μελέτη, η περιβαλλοντική δικαιοσύνη αξιολογήθηκε με βάση την πρόσβαση των ατόμων σε φυσική ψύξη σε 14 μεγάλες ευρωπαϊκές αστικές περιοχές και συγκεκριμένα σε Άμστερνταμ, Αθήνα, Βασιλεία, Βερολίνο, Βουδαπέστη, Φλωρεντία, Ελσίνκι, Κωνσταντινούπολη, Λονδίνο, Μαδρίτη, Παρίσι, Ρώμη, Στοκχόλμη και Βιέννη.

Στην αξιολόγηση λήφθηκαν υπόψη κοινωνικοοικονομικοί δείκτες όπως το εισόδημα των νοικοκυριών, η απασχόληση των ατόμων, τα χαρακτηριστικά στέγασης, η μετανάστευση, το μέγεθος του πληθυσμού όπως αυτοί εξάγονται από εθνικές απογραφές και κλιμακώνονται σε επίπεδο γειτονιάς.

Δείκτης κινδύνου για θερμικό στρες

Η διεθνής ερευνητική ομάδα ανέπτυξε έναν δείκτη με την ονομασία GCoS (Green Cooling Service index), ο οποίος συνδυάζει τους δύο προαναφερθέντες μηχανισμούς: σκίαση και εξατμισοδιαπνοή για να αξιολογήσει τη συμβολή της βλάστησης στην αντιμετώπιση του κινδύνου θερμικής καταπόνησης στο αστικό περιβάλλον, σε επίπεδο γειτονιάς, στις παραπάνω πόλεις.

Οι χαμηλότερες τιμές του δείκτη GCoS αντιστοιχούν σε υψηλότερα επίπεδα θερμικής καταπόνησης.

Οι τιμές GCoS είναι υψηλότερες στις περαστικές περιοχές αλλά και σε κάποια μεγάλα αστικά πάρκα κοντά στα κύρια κέντρα των πόλεων.

Η μελέτη υποδεικνύει πως η αύξηση της ευαλωτότητας στην κλιματική αλλαγή δεν αφορά μόνο τους κατοίκους χωρών με χαμηλό εισόδημα αλλά και τους μη προνομιούχους κατοίκους που ζουν μέσα στο αστικό περιβάλλον εύπορων ευρωπαϊκών χωρών.

Στην Ευρώπη, οι ευάλωτοι κάτοικοι δεν συγκεντρώνονται κυρίως στα προάστια αλλά ζουν και  σε υποβαθμισμένες περιοχές του κέντρου των πόλεων με χαμηλότερη φυσική ψύξη λόγω πράσινου.

Ενδεικτικά, και σύμφωνα με τη μελέτη, οι κάτοικοι χαμηλότερου εισοδήματος είναι σε γενικές γραμμές συγκεντρωμένοι σε κεντρικές περιοχές του Άμστερνταμ, του Βερολίνου, της Μαδρίτης και της Βιέννης. Στο Λονδίνο και στο Παρίσι, τα άτομα με τα χαμηλότερα εισοδήματα συγκεντρώνονται σε περιοχές στα βορειοανατολικά των κύριων κέντρων των πόλεων, ενώ στην Αθήνα βρίσκονται κυρίως στο δυτικό τμήμα της πόλης.

«Σε όλες τις Ευρωπαϊκές πόλεις που μελετήθηκαν, οι κάτοικοι χαμηλού εισοδήματος, ενοικιαστές, μετανάστες και άνεργοι, έχουν περιορισμένη πρόσβαση σε υπαίθριους χώρους αστικού πρασίνου με φυσικό δροσισμό, καθώς συνήθως διαμένουν σε παλιές κατοικίες υποβαθμισμένων περιοχών του κέντρου και όχι σε περι-αστικές περιοχές.

Αντίθετα, οι κάτοικοι με μεγαλύτερα εισοδήματα, ντόπιοι και ιδιοκτήτες κατοικιών,  ωφελούνται δυσανάλογα από την ευεργετική επίδραση των αστικών χώρων πρασίνου, οι οποίοι προσφέρουν φυσική ψύξη μέσω της σκίασης και της εξατμισοδιαπνοής και παίζουν καθοριστικό ρόλο στην αντιμετώπιση της θερμικής καταπόνησης», σχολιάζει ο Δρ. Νεκτάριος Χρυσουλάκης.

Η μελέτης προσφέρει πληροφορίες και για την κλιματική μετανάστευση, δηλαδή την ανθρώπινη κινητικότητα λόγω των άμεσων και έμμεσων επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, όπως οι πλημμύρες ή οι χαμηλές γεωργικές αποδόσεις, που επηρεάζουν ιδιαίτερα τις λιγότερο εύπορες περιοχές του κόσμου.

Η χωρική συσχέτιση μεταξύ GCoS, χαμηλότερου εισοδήματος και αλλοδαπών για το Παρίσι και το Βερολίνο, για παράδειγμα, δείχνει ότι οι κλιματικοί μετανάστες είναι πιο πιθανό να καταλήξουν σε μειονεκτούσες περιοχές, όπου η τοπική παροχή πράσινης ψύξης είναι χαμηλότερη», λέει ο Έλληνας επιστήμονας.

Τα αποτελέσματα της μελέτης υπογραμμίζουν την ανάγκη για μέτρα πολιτικής τα οποία θα δημιουργήσουν και θα κατανείμουν πιο δίκαια τους χώρους πρασίνου στις αστικές περιοχές.

Οι επενδύσεις στο πράσινο, σε συνδυασμό με τη στοχευμένη υποστήριξη των ευάλωτων πληθυσμιακών ομάδων, μπορούν να βοηθήσουν σημαντικά στην αντιμετώπιση των συνεπειών της θερμικής καταπόνησης στην υγεία, λένε οι ερευνητές.

Οι θεμελιώδεις αρχές της Περιβαλλοντικής Δικαιοσύνης που υιοθετήθηκαν από το National People of Color Environmental Leadership Summit το 1991 αποτέλεσαν το θεμέλιο για κινήματα κοινωνικής δικαιοσύνης σε όλο τον κόσμο.

Όμως ακόμα κι έτσι, οι ίδιες διακρίσεις και ο περιβαλλοντικός ‘ρατσισμός’ συνεχίζουν να υπαγορεύουν ποιος θα ‘πεταχτεί’ και ποιος θα εκμεταλλευτεί πόρους για να μετριάσει τις πλημμύρες, τις πυρκαγιές και άλλες καταστροφές.

Φυσικά όσοι έχουν πλούτο και πολιτική επιρροή κάνουν το καλύτερο. Αν έχεις χρήματα μπορείς να αγοράσεις από εμφιαλωμένο νερό μέχρι αιρκοντίσιον ή να μετακομίσεις σε ένα πιο δροσερό σπίτι. Οι φτωχοί δεν μπορούν να πάνε πουθενά.