Πολιτική

Επιστολική ψήφος: Στα λόγια συναίνεση, στην πράξη αλλεπάλληλοι αιφνιδιασμοί από την κυβέρνηση

Επιστολική ψήφος: Στα λόγια συναίνεση, στην πράξη αλλεπάλληλοι αιφνιδιασμοί από την κυβέρνηση Φωτογραφία: ΙΝΤΙΜΕ
Η επιστολική ψήφος για τους απόδημους αποτελεί μάλιστα κατεξοχήν ζήτημα στο οποίο ο ένας αιφνιδιασμός των κομμάτων της αντιπολίτευσης από τις κυβερνητικές πρωτοβουλίες, διαδέχεται τον άλλον.

Η χθεσινή αιφνιδιαστική κατάθεση της τροπολογίας για επέκταση της επιστολικής ψήφου για τους Έλληνες του εξωτερικού και στις εθνικές εκλογές, καταδεικνύει πως η κυβέρνηση ακολουθεί ολοένα και πιο συχνά την τακτική του αιφνιδιασμού της αντιπολίτευσης σε μια προσπάθεια να επιβάλλει την δική της προσέγγιση ακόμη και σε ζητήματα στα οποία εκδηλώνεται στην πράξη διάθεση συναίνεσης από άλλα κόμματα.

Η επιστολική ψήφος για τους απόδημους αποτελεί μάλιστα κατεξοχήν ζήτημα στο οποίο ο ένας αιφνιδιασμός των κομμάτων της αντιπολίτευσης από τις κυβερνητικές πρωτοβουλίες, διαδέχεται τον άλλον. Και τούτο διότι ακόμη και η ίδια η νομοθετική πρωτοβουλία για την καθιέρωση της επιστολικής ψήφου στις Ευρωεκλογές και στα δημοψηφίσματα, είχε ανακοινωθεί απολύτως αιφνιδιαστικά από τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη στο Υπουργικό Συμβούλιο του περασμένου Νοεμβρίου και ερχόταν τότε σε αντίθεση με όσα είχε δηλώσει ο ίδιος λίγους μήνες νωρίτερα.

Στα τέλη Ιουλίου, όταν η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση της ΝΔ έφερνε στην αρχή της δεύτερης θητείας της στην Βουλή το νομοσχέδιο για την πλήρη άρση των εμποδίων στην ψήφο των Ελλήνων του εξωτερικού- χωρίς σε εκείνη την περίπτωση να αιφνιδιάσει καθώς το είχε προαναγγείλει- ο κ. Μητσοτάκης εξέφραζε από το βήμα της Βουλής την θετική στάση του κόμματός του και στην προοπτική της επιστολικής ψήφου "όταν θα είμαστε τεχνικά έτοιμοι", όπως έλεγε, δηλώνοντας ωστόσο ότι "δεν θα είμαστε σίγουρα έτοιμοι πριν τις Ευρωεκλογές για ένα τέτοιο βήμα".

Σύμφωνα με όσα ανέφερε τότε, "αν διαπιστώσουμε ότι υπάρχει διάθεση από κόμματα και μπορούμε να φτάσουμε στις 200 ψήφους, είμαστε έτοιμοι σε τεχνικό επίπεδο αυτή τη συζήτηση να την ξεκινήσουμε και γιατί όχι, πριν τις επόμενες εκλογές να την ολοκληρώσουμε".

Τέσσερις μήνες μετά, στην συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου στα τέλη Νοεμβρίου όπου όλοι περίμεναν ότι θα γνωστοποιούσε την απόφασή του να ισχύσει και πάλι ο σταυρός προτίμησης στις ευρωεκλογές του προσεχούς Ιουνίου, ανακοίνωσε αιφνιδιαστικά πως όλα είναι έτοιμα για να εφαρμοστεί τελικά και η επιστολική ψήφος από τις Ευρωεκλογές ως "η πιο ισχυρή απάντηση που μπορούμε να δώσουμε στην αποχή και στη αδράνεια των πολιτών".

Και τότε όμως μιλούσε για "πρώτο βήμα ώστε αυτό το δικαίωμα να ισχύσει και στις επόμενες εθνικές εκλογές".

Πριν ολοκληρωθεί ωστόσο αυτό το πρώτο βήμα με την ψήφιση (με ευρεία συναίνεση, όπως φάνηκε από τις 230 ψήφους επί της αρχής) του υπό συζήτηση νομοσχεδίου, καταθέτει τροπολογία- η οποία δεν έχει μπει φυσικά στη διαδικασία της δημόσιας διαβούλευσης που προηγήθηκε επί του νομοσχεδίου- επιδιώκοντας να γίνει ταυτόχρονα και επί της ουσίας με ταχύτατες διαδικασίες, το δεύτερο βήμα, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις στην αντιπολίτευση.
Κάτι αναμενόμενο καθώς αυτή αιφνιδιάζεται για μία ακόμη φορά από την κυβερνητική πλειοψηφία σε ένα ζήτημα που κατά τα άλλα αποτελεί κατεξοχήν πεδίο συνεννόησης και συναίνεσης για τις πολιτικές δυνάμεις.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η κατάθεση της τροπολογίας από την υπουργό Εσωτερικών, Νίκη Κεραμέως είναι σαφές πλέον ότι διαφοροποιεί τα δεδομένα μίας συζήτησης που ενώ διαφαινόταν ότι θα εξελισσόταν σε κλίμα συνεννόησης, σκιάζεται τώρα από καταγγελίες για επικοινωνιακή πολιτική και για μικροκομματική στόχευση της κυβέρνησης.