Opinions

Μαριλένα Κοππά: Το ναυάγιο της Ελληνικής Βαλκανικής Πολιτικής

Μαριλένα Κοππά Μαριλένα Κοππά
Μαριλένα Κοππά: Το ναυάγιο της Ελληνικής Βαλκανικής Πολιτικής Φωτογραφία: intime
Είναι ενδιαφέρον ότι ο Πρωθυπουργός δεν έκρινε αναγκαίο, τόσα χρόνια που είναι στην εξουσία, να κάνει μια Βαλκανική περιοδεία που θα έδινε ένα μήνυμα συνεκτικής και συγκροτημένης Βαλκανικής πολιτικής.

Σε μια εποχή που η Ευρώπη είναι περικυκλωμένη από τις φλόγες του πολέμου, σε μια εποχή που οι συμμαχίες και η σταθερότητα αποκτούν ακόμη μεγαλύτερη σημασία, η Ελλάδα με την Κυβέρνηση του κυρίου Μητσοτάκη έχει τις χειρότερες σχέσεις με τη φυσική ενδοχώρα της, τα Βαλκάνια, εδώ και αρκετά χρόνια.

Είναι ενδιαφέρον ότι ο Πρωθυπουργός δεν έκρινε αναγκαίο, τόσα χρόνια που είναι στην εξουσία, να κάνει μια Βαλκανική περιοδεία που θα έδινε ένα μήνυμα συνεκτικής και συγκροτημένης Βαλκανικής πολιτικής. Να θυμίσουμε ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ένα από τα πρώτα πράγματα που έκανε μετά τη Δικτατορία ήταν οι Βαλκανικές περιοδείες του 1975, που οδήγησαν στις πρώτες διαβαλκανικές διασκέψεις, αναγνωρίζοντας τη σημασία αυτής της φυσικής και αναγκαίας συνεννόησης. Γνωρίζοντας επίσης ότι αν είμαστε απόντες το κενό θα το κάλυπτε η Τουρκία.

Πέρα από αυτό όμως, κυρίως με την Αλβανία και τη Βόρεια Μακεδονία τα προβλήματα βαθαίνουν απειλώντας κατακτήσεις χρόνων.

Στην περίπτωση της Βόρειας Μακεδονίας δυστυχώς τα πράγματα διολισθαίνουν σε βαθιά κρίση και σε υπονόμευση της Συμφωνίας των Πρεσπών και με ελληνική ευθύνη. Η στάση που ακολούθησε η Κυβέρνηση «η Συμφωνία δεν μας αρέσει αλλά την ανεχόμαστε γιατί δεν μπορούμε να κάνουμε διαφορετικά» που έχει ακολουθήσει από τότε που ανέλαβε την εξουσία δεν προοιώνιζε τίποτα καλό. Η Συμφωνία των Πρεσπών οικοδομήθηκε στην καθαρή βούληση δυο κομμάτων, του ΣΥΡΙΖΑ και της Σοσιαλδημοκρατικής Ένωσης της γείτονος, και δυο προσώπων, των Πρωθυπουργών Αλέξη Τσίπρα και Ζόραν Ζάεβ. Η βόρεια χώρα έκανε δημοψήφισμα, άλλαξε το Σύνταγμα της με την υπόσχεση ενός καλύτερου μέλλοντος εντός της ΕΕ. Όμως, ενώ το ΝΑΤΟ προχώρησε αμέσως στην ένταξη της χώρας, η ΕΕ άρχισε να κωλυσιεργεί ενώ ένα κράτος μέλος, η Βουλγαρία, έβαλε βέτο στη διαδικασία αν δεν γινόταν αποδεκτά και τα δικά της αιτήματα, με νέα αλλαγή Συντάγματος. Τα αιτήματα αυτά ήταν κυρίως ταυτοτικά άρα δύσκολα διαπραγματεύσιμα και ακόμη δυσκολότερο αποδεκτά . Πιεζόμενος από παντού ο Ζόραν Ζάεβ δέχτηκε τα αιτήματα της Σόφιας. Όμως δεν μπορούσε να προχωρήσει στη νέα αναθεώρηση του Συντάγματος διότι δεν διέθετε την αναγκαία πλειοψηφία των 2/3. Η χώρα εισήλθε σε περιδίνηση, ενώ οι πολίτες ένιωσαν για μια ακόμη φορά ότι οι προσδοκίες τους δεν είχαν αντίκρισμα. Όλα αυτά οδήγησαν στην άνοδο του VMRO το οποίο με το απλό επιχείρημα «Σας κορόιδεψαν» πέτυχε να γίνει πλειοψηφικό και να εκλέξει και κυβέρνηση και νέα Πρόεδρο Δημοκρατίας. Όχημα της αναρρίχησης του, η ευθεία αμφισβήτηση της Συμφωνίας των Πρεσπών, αμφισβήτηση που δεν φτάνει όμως στην καταγγελία λόγω των διεθνών πιέσεων.

Πού ήταν όμως η Ελλάδα από το 2019 και μετά; Γιατί δεν λειτούργησε την Επιτροπή Παρακολούθησης της Συμφωνίας ώστε και τα δυο μέρη να προχωρήσουν στην εφαρμογή της; Για να μη μιλήσουμε δε για τα τρία εφαρμοστικά Πρωτόκολλα που ποτέ δεν ήρθαν στη Βουλή προς ψήφιση ούτε στην μη ουσιαστική λειτουργία των επιτροπών για τα σχολικά βιβλία και την ονομασία προέλευσης προϊόντων. Γιατί δεν μεσολάβησε μεταξύ Σκοπίων και Σόφιας ώστε να βρεθεί μια λύση; Ακόμη κι όταν κατήγγειλε την συμπεριφορά της νέας Προέδρου, η κυβέρνηση θεώρησε αναγκαίο να τονίσει το «εάν και εμείς δεν θέλαμε αυτή τη συμφωνία..» Πόσο πειστική μπορεί να είναι;

Από την άλλη μεριά, το θέμα Μπελέρη και κυρίως η τοποθέτηση του στο ευρωψηφοδέλτιο της ΝΔ βαθαίνει το χάσμα με την Αλβανία, χωρίς να αντιμετωπίζει, πόσο μάλλον να επιλύει τα προβλήματα. Ο Ράμα θα πρέπει πραγματικά να τρίβει τα χέρια του με την επιλογή αυτή του Έλληνα Πρωθυπουργού. Αν εκλεγεί ο Μπελέρης, τότε ο Ράμα θα μπορέσει ανενόχλητος να προχωρήσει στα σχέδια του σχετικά με τις μειονοτικές περιοχές. Και το υπαρκτό και χρονίζον ζήτημα των περιουσιών της ελληνικής μειονότητας θα παραμείνει άλυτο..

Και στις δυο περιπτώσεις, τόσο της Αλβανίας, όσο και της Βόρειας Μακεδονίας, ένα είναι σαφές: Κατά βάση, αυτό που η ΝΔ αποκαλεί «εθνικά συμφέρουσα πολιτική» στις δυο περιπτώσεις είναι ένα σύνολο εμβαλωματικών, προσχηματικών κινήσεων με ένα και μοναδικό στόχο: Την διατήρηση της συνοχής της κοινοβουλευτικής ομάδας και του κόμματος, ανεξάρτητα αν αυτό ενισχύει τη θέση της χώρας στην περιοχή.

Είναι κρίμα, τόσα χρόνια προσπαθειών, διαπραγματεύσεων, αγώνων να καταλήγουν σε αυτό. Κυρίως όμως είναι άδικο και βλαβερό για τη χώρα.

(Η Μαριλένα Κοππά είναι Καθηγήτρια Συγκριτικής Πολιτικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο)