Οικονομία

Συντάξεις: Πώς εισφορά αλληλεγγύης και προσωπική διαφορά επιδρούν στα φορολογικά έσοδα

Συντάξεις: Πώς εισφορά αλληλεγγύης και προσωπική διαφορά επιδρούν στα φορολογικά έσοδα
Η εισφορά αλληλεγγύης συνταξιούχων και η προσωπική διαφορά είναι οι λόγοι που χιλιάδες παλιοί συνταξιούχοι δεν βλέπουν τα εισοδήματά τους να αυξάνονται και οι λόγοι που το κράτος δεν εισπράττει περισσότερα φορολογικά έσοδα από 770.000 φορολογουμένους.

Το 30% των συνταξιούχων του ΕΦΚΑ εξακολουθεί να έχει προσωπική διαφορά, κάτι που θα εκλείψει σε βάθος χρόνου, καθώς οι αυξήσεις που δόθηκαν στις συντάξεις κατά 7,75% το 2023 και 3% το 2024, έχουν περιορίσει τον αριθμό των συνταξιούχων με προσωπική διαφορά σε 770.000.

Η προσωπική διαφορά αφορά σε 770.000 παλαιούς συνταξιούχους που είχαν ήδη συνταξιοδοτηθεί πριν εφαρμοστεί ο νόμος Κατρούγκαλου (4387/2016). Βάσει του νόμου, η σύνταξή τους επανυπολογίστηκε και στην πλειοψηφία αυτών βγήκε μικρότερη. Προκειμένου να μην περικοπεί όμως, θεσπίστηκε η προσωπική διαφορά που αποτελεί μέρος της σύνταξης, καταβάλλεται κανονικά, αλλά στερεί από τους συνταξιούχους τις ετήσιες αυξήσεις μέχρι να μηδενιστεί με αυτές.

Η προσωπική διαφορά μειώνεται σταδιακά με την αύξηση των συντάξεων, αλλά και μέσω της εφαρμογής των διατάξεων του Νόμου 4670/2020 για την αύξηση των ποσοστών αναπλήρωσης όσων έχουν ασφαλιστικό βίο μεγαλύτερο των 30 ετών.

Εκτός από την προσωπική διαφορά και η εισφορά Αλληλεγγύης (ΕΑΣ), επηρεάζει όσους έχουν κύρια σύνταξη ή άθροισμα κύριων συντάξεων μεγαλύτερο των 1.400 ευρώ.

Η εισφορά αλληλεγγύης συνταξιούχων που θεσπίστηκε το 2010 είναι η μόνη μνημονιακή κράτηση που διατηρήθηκε και μετά την εφαρμογή του νόμου Κατρούγκαλου. Το πρόβλημα που δημιουργεί είναι ότι η κράτηση μηδενίζει σε πολλές περιπτώσεις την αύξηση των συντάξεων.

Η κυβέρνηση έχει αναγνωρίσει πως η εισφορά θα πρέπει να γίνει πιο αναλογική, ώστε να διασφαλίζεται πως μετά την καταβολή της το ύψος της σύνταξης δεν θα πέφτει κάτω από το πλαφόν του κλιμακίου επί του οποίου επιβλήθηκε η εισφορά.