Πρόκειται για το υπολειπόμενο 1,5% της επικράτειας όπου έλειπαν τα απαιτούμενα πολεοδομικά στοιχεία.
Σε όρους πληθυσμού οι εν λόγω οικισμοί αντιστοιχούν μόλις στο 1,5% του συνολικού πληθυσμού της επικράτειας και όπως είναι προφανές δεν πρόκειται απλώς για απομακρυσμένους, αλλά αραιοκατοικημένους ή ερημοποιημένους οικισμούς, γεγονός που καθιστά εξαιρετικά δύσκολη τη συλλογή όχι μόνο τεχνικών αλλά και εμπορικών στοιχείων για τις συγκεκριμένες ζώνες.
Σύμφωνα με πληροφορίες:
- Σε 650 από αυτούς τους οικισμούς δεν υπάρχει ούτε ένας κάτοικος
- Σε άλλους 500 κατοικούν το πολύ 10 άτομα
- Σε 800 ο τοπικός πληθυσμός φθάνει τα 50 άτιμα
- Μόνο στους υπόλοιπους 550 καταγράφονται πάνω από 50 κάτοικοι.
Ακόμη ένα χαρακτηριστικό αυτών των περιοχών είναι ότι στη πλειονότητά τους πρόκειται για νησιωτικές περιοχές, με πολύ χαμηλή εμπορική αξία, συνεπώς από τη στιγμή που είναι σχεδόν ακατοίκητες, ο προσδιορισμός της αξίας και ως εκ τούτου των τιμών ζώνης καθίσταται εξαιρετικά δυσχερής.
Από τη συγκεκριμένη ρύθμιση θα εξαιρεθούν οι περιοχές που επλήγησαν από τις πρόσφατες πλημμύρες.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, από τις αρχές του 2021 και μέχρι το τέλος του φετινού δεύτερου τριμήνου οι τιμές στην Αττική έχουν αυξηθεί κατά 32,5% με τις αυξήσεις σε βόρεια και νότια προάστια να εκτιμάται ότι είναι ακόμα υψηλότερες.
Σε πανελλαδικό επίπεδο η αύξηση των τιμών κατά την ίδια περίοδο διαμορφώνεται σε 30% κατά μέσον όρο, χωρίς ιδιαίτερη διαφορά είτε πρόκειται για νεόδμητο ακίνητο είτε για μεγαλύτερης ηλικίας.
Προς το παρόν δεν γίνεται καμία συζήτηση στην κυβέρνηση για νέα αναπροσαρμογή, κάτι που θα συμβεί ενδεχομένως με την ενεργοποίηση του αυτοματοποιημένου συστήματος μαζικών εκτιμήσεων εντός του 2024.
Έως το τέλος του 2023 σχεδιάζεται να έχει ολοκληρωθεί η ψηφιοποίηση των ζωνών για όλες τις περιοχές εκτός σχεδίου πόλης ή ορίων οικισμών.
Το νέο πληροφοριακό σύστημα θα παρακολουθεί τις τάσεις της αγοράς των ακινήτων και όπου εντοπίζει αυξομειώσεις στις εμπορικές τιμές θα παρεμβαίνει αυτόματα και θα αναπροσαρμόζει τις τιμές ζώνης.