Πίσω από μια κομψή πλην ακατάληπτη ανακοίνωση περί «ενισχυμένης προστασίας της ένδειξης φέτα στον Καναδά» και από μια δήλωση ότι η Ελλάδα τάσσεται υπέρ της «προσωρινής αναστολής των διαπραγματεύσεων για την TTIP» προσπάθησε να κρύψει η ηγεσία του υπουργείου Οικονομίας την πραγματική είδηση που βγήκε χθες στη Μπρατισλάβα: η συμφωνία Ε.Ε. – Καναδά, CETA, η δίδυμη της πολύ «διασημότερης» TTIP, βαίνει προς οριστική υπογραφή στη σύνοδο ΕΕ- Καναδά στις 27 Οκτωβρίου και, ταυτόχρονα, τίθεται σε προσωρινή εφαρμογή με την συγκατάθεση και της ελληνικής κυβέρνησης!
Η ανακοίνωση της σλοβακικής προεδρίας της Ε.Ε. για το χθεσινό άτυπο συμβούλιο των υπουργών Εμπορίου στη Μπρατισλάβα αναφέρει: «Τα κράτη μέλη συμφώνησαν ότι το ζήτημα της προσωρινής εφαρμογής πρέπει να ολοκληρωθεί το συντομότερο δυνατόν, δεδομένου ότι το ζήτημα αυτό αφορά την εμπορική πολιτική της ΕΕ και την αξιοπιστία της ΕΕ ως εταίρος στις διαπραγματεύσεις. Συμφώνησαν επίσης η συμφωνία να εγκριθεί από τους υπουργούς Εμπορίου πιθανότατα στο έκτακτο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στο Λουξεμβούργο στις 18 Οκτωβρίου».
Και το κίνημα “STOP TTIP-CETA”;
Αυτά με την έγκριση και της ελληνικής κυβέρνησης, και παρά το γεγονός ότι το προηγούμενο τριήμερο σε δεκάδες ευρωπαϊκές πόλεις έγιναν διαδηλώσεις με συμμετοχή χιλιάδων πολιτών κατά των δυο θηριωδών επενδυτικών- εμπορικών συμφωνιών, που είναι κομμένες και ραμμένες στα μέτρα των πολυεθνικών και στις δυο όχθες του Ατλαντικού. Μεταξύ άλλων η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ, και ιδιαίτερα ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι στην επιπλέον δύσκολη θέση να εξηγήσουν στους συναγωνιστές τους στην ευρωπαϊκή αριστερά, ιδιαίτερα αυτήν που εκπροσωπείται στο Ευρωκοινοβούλιο, στην Προοδευτική Ομάδα (Progressive Caucus) που ευρωβουλευτές της Αριστεράς έχουν συγκροτήσει με σοσιαλδημοκράτες και πράσινους συναδέλφους τους, όπως και σε όλο το πανευρωπαϊκό κίνημα «STOP TTIP- CETA», τι μεσολάβησε και απεμπόλησαν τη θέση εναντίον των συμφωνιών που υποστηρίζουν εδώ και τρία χρόνια. Η απάντηση «μεσολάβησε η φέτα» αποκλείεται να ακουστεί ιδιαίτερα πειστική.
Όπως προκύπτει από την «κρυπτογραφική» ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομίας (δημοσιεύτηκε και στα «dikaiologitika.gr» χθες), ο υπουργός Οικονομίας Γ. Σταθάκης συμφώνησε με την αρμόδια επίτροπο Εμπορίου Σεσίλια Μάλστρομ να συνταχθεί κείμενο δήλωσης της Κομισιόν στο οποίο θα αναφέρεται ότι «Η Επιτροπή δεσμεύεται μέσα σε πέντε έτη το αργότερο να κάνει χρήση των απαραίτητων μηχανισμών, ώστε όλες οι ευρωπαϊκές Γεωγραφικές Ενδείξεις, συμπεριλαμβανομένης της φέτας, να απολαμβάνουν το ίδιο επίπεδο προστασίας στον Καναδά». «Η κατάθεση δήλωσης από μέρος της Επιτροπής, είναι το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα που θα μπορούσε να πετύχει η ελληνική πλευρά, με δεδομένο ότι το περιεχόμενο της Συμφωνίας είχε ήδη κλείσει», αναφέρει η ανακοίνωση του υπουργού Οικονομίας.
Πέρα από τα φέτα και το καμαμπέρ
Αν το πρόβλημα της CETA ήταν απλώς η ΦΕΤΑ ή το «καμαμπέρ», το θέμα θα κουκουλωνόταν με μερικές «δηλώσεις» Κομισιόν- Καναδά που θα κάλυπταν τις ανάγκες της μιας ή της άλλης κυβέρνησης να διασκεδάσει τις ανησυχίες πολιτών, και ιδιαίτερα παραγωγών για τα απειλούμενα προϊόντα τους. Και η Κομισιόν, προκειμένου να αποκλείσει οποιαδήποτε αναθεώρηση της συμφωνίας (ο Γιούνκερ τη χαρακτήρισε ως την καλύτερη που έχει υπογράψει η Ε.Ε.), όπως προκύπτει από την ανακοίνωση της σλοβακικής προεδρίας, πράγματι ανέλαβε να πλαισιώσει τη CETA με μια «δήλωση» ΕΕ- Καναδά που θα δίνει εξηγήσεις για τα «ευαίσθητα θέματα» και θα επιτρέψει στις κυβερνήσεις που έχουν τις περισσότερες ενστάσεις να πάνε στα εθνικά τους κοινοβούλια και να πάρουν επικύρωση της ευρω-καναδικής συμφωνίας το αργότερο μέχρι τα μέσα Οκτωβρίου. Διότι η CETA, ως μικτή συμφωνία, απαιτεί επικύρωση όχι μόνο από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (που την έχει ήδη ψηφίσει), αλλά και από το σύνολο των 28 εθνικών κοινοβουλίων.
Προφανώς, ο υπουργός Οικονομίας θεωρεί επαρκή τη «δήλωση για τη φέτα», ώστε να εγκριθεί μια συμφωνία που μετατρέπει Ευρώπη και Καναδά σε ενιαίο οικονομικό χώρο πλήρους ασυδοσίας των εκατέρωθεν πολυεθνικών ομίλων, με υποβάθμιση των εργασιακών σχέσεων υπέρ των «επενδυτών», σάρωση των μικρομεσαίων παραγωγών, συρρίκνωση θέσεων εργασίας, μεταφορά των εμπορικών ροών στις μεγαλύτερες χώρες της Ε.Ε. εις βάρος των ασθενέστερων, παράκαμψη των περιβαλλοντικών φραγμών και, πάνω απ’ όλα, τον δαιμόνιο μηχανισμό ISDS για την επίλυση διαφορών κράτους και «επενδυτών», που δίνει στις πολυεθνικές «κυριαρχία» ισότιμη ή και υπέρτερη της κρατικής και δικαίωμα να απαιτούν από τα κράτη αποζημιώσεις για κάθε τους απόφαση που κρίνουν ότι τις ζημιώνει.
Η αναγκαστική «θυσία» της TTIP
Το υπουργείο Οικονομίας και ο κ. Σταθάκης προσπάθησε να κρύψει την πραγματική είδηση για το τι συνέβη στη Μπρατισλάβα με τη CETA πίσω από μια ακόμη «μη είδηση»: τη δήλωσή του ότι στο άτυπο συμβούλιο υπουργών Εμπορίου της Μπρατισλάβα ζήτησε προσωρινή αναστολή διαπραγματεύσεων για την άλλη διατλαντική συμφωνία, την TTIP. Με το επιχείρημα ότι «δεν έχει παρατηρηθεί καμία πρόοδος στα ευαίσθητα ευρωπαϊκά θέματα» (δημόσιες προμήθειες, ναυτιλία, προϊόντα γεωγραφικής προέλευσης, γενετικά τροποποιημένα προϊόντα, περιβαλλοντική προστασία). Φυσικά, παραβίασε ανοικτές θύρες. Eίναι γνωστό ότι την TTIP την «πυροβόλησαν» πρώτοι η γαλλική κυβέρνηση, οι γερμανοί σοσιαλδημοκράτες και μερικές χώρες ακόμη για διάφορα παράπλευρα θέματα, όπως π.χ. η βίζα. Στην πραγματικότητα η TTIP είναι κλινικά νεκρή, δεν υπάρχει περίπτωση να ολοκληρωθεί μέχρι τις αμερικανικές εκλογές, όπως θα ήθελε ο απερχόμενος Πρόεδρος Ομπάμα, επομένως και για τους Ευρωπαίους ηγέτες, ιδιαίτερα όσους έχουν εκλογικές αναμετρήσεις εντός του 2017, ήταν μάλλον απλή επιλογή να τη θυσιάσουν «ηρωικά» και να «πουλήσουν» προστασία των εθνικών συμφερόντων στους ψηφοφόρους τους. Διόλου τυχαία, ο πρόεδρος της Κομισιόν, στην ομιλία για την κατάσταση της Ε.Ε. στις αρχές του μηνός, ενώ έπλεξε το εγκώμιο της CETA, απέφυγε αναφορά στην TTIP. Ενώ χθες, και το άτυπο συμβούλιο στη Μπρατισλάβα, αναγνώρισε ότι «η ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων ΤΤΙΡ μέχρι το τέλος του έτους δεν είναι ρεαλιστική. Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο θα είναι οι επερχόμενες προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ. Οποιαδήποτε συμφωνία, συμπεριλαμβανομένων των ΤΤΙΡ, πρέπει να είναι ισορροπημένη και ωφέλιμη για την ΕΕ. Η ποιότητα της συμφωνίας είναι πιο σημαντική από την ταχεία έγκριση αυτού». Τόσο απλά.
Βεβαίως, το μυστικό για τους ενδιαφερόμενους- εμπνευστές και υποβολείς αυτών των εμπορικών συμφωνιών-, δηλαδή τις ευρωπαϊκές και βορειοευρωπαϊκές πολυεθνικές-, είναι ότι αυτές οι συμφωνίες λειτουργούν παραπληρωματικά. Για τις αμερικανικές, όπως και για τις ευρωπαϊκές πολυεθνικές, ακόμη κι αν η TTIP μείνει στα χαρτιά, η CETA είναι μια χρήσιμη κερκόπορτα για να κάνουν τη δουλειά τους. Πολύ απλά, μεταφέροντας τις έδρες τους στον Καναδά, ή ιδρύοντας εκεί θυγατρικές, και σε συνδυασμό με την αντίστοιχη βορειοαμερικανική ζώνη ελεύθερων συναλλαγών (NAFTA) επεκτείνουν τον ζωτικό τους χώρο στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ αντίστοιχα. Εν ολίγοις, τους αρκεί η CETA. Aκόμη κι αν συνοδεύεται από μια δήλωση για τη ΦΕΤΑ…