Σε ποσοστά που κυμαίνονται από 13% έως και 38% φθάνουν οι μειώσεις στις τελικές, φορολογητέες αντικειμενικές αξίες όλων των καταστημάτων και των οικοπέδων, ακόμη κι αυτών που βρίσκονται σε περιοχές όπου οι αντικειμενικές τιμές ζώνης ανά τετραγωνικό μέτρο δεν έχουν αλλάξει! Ο λόγος είναι ότι, με την πρόσφατα εκδοθείσα απόφαση του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών Τρύφωνα Αλεξιάδη, εκτός από τις τιμές ζώνης ανά τετραγωνικό μέτρο, μειώνονται και οι συντελεστές εμπορικότητας, οι οποίοι λαμβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισμό των τελικών φορολογητέων αξιών των ακινήτων αυτών των κατηγοριών.
Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία η τελική φορολογητέα αντικειμενική αξία ενός ακινήτου προκύπτει με διαδοχικούς πολλαπλασιασμούς της αντικειμενικής τιμής ζώνης ανά τετραγωνικό μέτρο που ισχύει στην περιοχή του ακινήτου με τον αριθμό των τετραγωνικών μέτρων της επιφάνειας του ακινήτου και εν συνεχεία με μια σειρά συντελεστών αυξομείωσης που αποτυπώνουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ακινήτου.
Στις περιπτώσεις των κτισμάτων επαγγελματικής στέγης (καταστημάτων, γραφείων κ.λπ.) και των οικοπέδων, στον υπολογισμό της τελικής φορολογητέας αντικειμενικής αξίας συμμετέχουν και οι συντελεστές εμπορικότητας, οι οποίοι με την απόφαση του κ. Αλεξιάδη έχουν επίσης μειωθεί.
Ειδικότερα:
α) Η φορολογητέα αξία κτίσματος που χρησιμοποιείται ως επαγγελματική στέγη, δηλαδή ως κατάστημα ή γραφείο, προκύπτει από τον πολλαπλασιασμό της αντικειμενικής τιμής ζώνης ανά τ.μ. που ισχύει στην περιοχή του ακινήτου, επί τη συνολική επιφάνεια της επαγγελματικής στέγης και εν συνεχεία επί τον συντελεστή πρόσοψης (κλιμακώνεται από 0,60 έως 1,08 ανάλογα με το εάν το ακίνητο «βλέπει» σε έναν ή δύο δρόμου ή όχι), τον συντελεστή εμπορικότητας (Σ.Ε.), ο οποίος καθορίζεται από το υπουργείο Οικονομικών για κάθε δρόμο, τον συντελεστή ορόφου, ο οποίος προσδιορίζεται με βάση τον συντελεστή εμπορικότητας του δρόμου ή των δρόμων που έχει πρόσοψη το ακίνητο, τον συντελεστή επιφάνειας (κλιμακώνεται από 0,80 έως 1,10 αντιστρόφως ανάλογα του αριθμού των τετραγωνικών μέτρων της επιφάνειας) και τον συντελεστή παλαιότητας (κυμαίνεται από 0,60 έως 0,95 ανάλογα με τον όροφο στον οποίο βρίσκεται η επαγγελματική στέγη και τα έτη που έχουν παρέλθει από την ημερομηνία έκδοσης της οικοδομικής άδειας).
β) Η φορολογητέα αξία οικοπέδου προκύπτει από τον πολλαπλασιασμό της αντικειμενικής τιμής της αντίστοιχης ζώνης με τη συνολική επιφάνεια του οικοπέδου και στη συνέχεια με ορισμένους άλλους συντελεστές που επηρεάζουν αυξητικά ή μειωτικά την τελική διαμόρφωση της. Στους συντελεστές αυτούς περιλαμβάνονται ο συντελεστής εμπορικότητας (Σ.Ε.) και ο συντελεστής αξιοποίησης οικοπέδου (Σ.Α.Ο.). Συντελεστής παλαιότητας δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις των οικοπέδων.
γ) Η φορολογητέα αντικειμενική αξία διαμερίσματος ή μονοκατοικίας προκύπτει από τον πολλαπλασιασμό της αντικειμενικής τιμής ζώνης ανά τ.μ. που ισχύει στην περιοχή του ακινήτου, επί τη συνολική επιφάνεια του ακινήτου και εν συνεχεία επί τον συντελεστή πρόσοψης (κλιμακώνεται από 0,80 έως 1,05 ανάλογα με το εάν το ακίνητο «βλέπει» σε έναν ή δύο δρόμου ή όχι), τον συντελεστή ορόφου, ο οποίος προσδιορίζεται με βάση τον συντελεστή εμπορικότητας του δρόμου ή των δρόμων που έχει πρόσοψη το ακίνητο, τον συντελεστή επιφάνειας (κλιμακώνεται από 1 έως 1,30 ανάλογα με τον αριθμό των τετραγωνικών μέτρων της επιφάνειας) και τον συντελεστή παλαιότητας (κυμαίνεται από 0,60 έως 0,90 ανάλογα με τον όροφο στον οποίο βρίσκεται η επαγγελματική στέγη και τα έτη που έχουν παρέλθει από την ημερομηνία έκδοσης της οικοδομικής άδειας).
Όπως προκύπτει από αναλυτικούς πίνακες με παραδείγματα που παρουσιάζει σήμερα τα dikaiologitika.gr, στα καταστήματα και τα οικόπεδα οι τελικές μειώσεις των φορολογητέων αντικειμενικών αξιών είναι μεγαλύτερες σε ποσοστά από τις μειώσεις των αντικειμενικών τιμών ζώνης ανά τ.μ., που είναι οι τιμές αφετηρίας για τον υπολογισμό των τελικών φορολογητέων αντικειμενικών αξιών. Συγκεκριμένα, ενώ οι μειώσεις των αντικειμενικών τιμών ζώνης ανά τ.μ. κυμαίνονται από 3,95% έως 19,44% σε περιοχές με παλαιές τιμές ζώνης από 650 έως 3.900 ευρώ ανά τ.μ., οι μειώσεις στις τελικές φορολογητέες αντικειμενικές αξίες των καταστημάτων και των οικοπέδων κυμαίνονται από 13% έως και 38%. Αυτό συμβαίνει επειδή κατά τον υπολογισμό των φορολογητέων αξιών λαμβάνονται υπόψη και οι νέοι μειωμένοι συντελεστές εμπορικότητας.
Επίσης σε περιοχές όπου οι αντικειμενικές τιμές ζώνης ανά τ.μ. παραμένουν αμετάβλητες, δηλαδή σε περιοχές με τιμές ζώνης μέχρι 600 ευρώ ανά τ.μ. και σε «ακριβές» περιοχές, όπου οι τιμές ζώνης ανά τ.μ. υπερβαίνουν τα 3.900 ευρώ ανά τ.μ., οι τελικές φορολογητέες αντικειμενικές αξίες των καταστημάτων και των οικοπέδων μειώνονται λόγω του συνυπολογισμού των νέων μειωμένων συντελεστών εμπορικότητας.
Το συμπέρασμα που προκύπτει λοιπόν είναι ότι σε όλα ανεξαιρέτως τα κτίσματα επαγγελματικής στέγης και τα οικόπεδα, που βρίσκονται σε περιοχές εντός σχεδίων πόλεων ή οικισμών, ακόμη και στις περιπτώσεις που αντικειμενικές τιμές ζώνης ανά τ..μ. δεν έχουν αλλάξει, οι τελικές φορολογητέες αντικειμενικές αξίες έχουν μειωθεί αναδρομικά από την 21η-5-2015, λόγω της μείωσης των συντελεστών εμπορικότητας!
Αντιθέτως, στα διαμερίσματα και τις μονοκατοικίες οι τελικές φορολογητέες αντικειμενικές αξίες έχουν τα ίδια ποσοστά μείωσης με τις τιμές ζώνης, καθώς στις περιπτώσεις των ακινήτων αυτών οι συντελεστές εμπορικότητας δεν επηρεάζουν σημαντικά το τελικό ποσό της φορολογητέας αξίας επειδή δεν συμμετέχουν στον πολλαπλασιασμό που γίνεται προκειμένου να βρεθεί το ποσό αυτό.