Για δεύτερη φορά μέσα σε λίγες εβδομάδες- η προηγούμενη ήταν λίγο πριν το Eurogroup της 22/5- το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών επιλέγει να «κάψει» οποιαδήποτε προσπάθεια συμβιβαστικής λύσης για το ελληνικό χρέος, εν μέσω μιας διαπραγμάτευσης που διεξάγεται παρασκηνιακά, αλλά και δημόσια, μέσω της ανταλλαγής ρητορικών πυρών μεταξύ Βερολίνου και Αθήνας.
Δεν είναι αρκετά σαφείς οι διαφορές ανάμεσα στο νέο και στα προηγούμενα έγγραφα του ESM που είχαν διαρρεύσει με τα εναλλακτικά σενάρια για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα επί του χρέους, και τα οποία έσπευσε να αποδοκιμάσει το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών, υποστηρίζοντας ότι η ενδεχόμενη εφαρμογή τους συνιστά νέο δανεισμό μέχρι 123 δισ. ευρώ και, άρα, απαιτεί νέα συμφωνία. Αυτό που έχει πολιτικό ενδιαφέρον είναι πώς αυτή η γερμανική «αποδοκιμασία» των σεναρίων ελάφρυνσης γίνεται στο πλαίσιο κοινοβουλευτικού ελέγχου στη Γερμανική βουλή, και δεν είναι απλά σχόλια ανωνύμων αξιωματούχων σε διαρροές στα ΜΜΕ. Κατατίθενται ως επίσημα έγγραφα και τυγχάνουν ευρείας δημοσιότητας στον Τύπο. Άρα, ο προορισμός τους είναι η γερμανική κοινή γνώμη. Και ίσως όχι μόνο αυτή, αλλά και η κοινή γνώμη άλλων χωρών που βρίσκονται σε προεκλογική περίοδο.
Ακραίος λογιστικός λαϊκισμός
Ουσιαστικά, η γερμανική ηγεσία ασκεί ένα είδος «τρομοκρατίας των αριθμών», προβάλλοντας μια τραβηγμένη απ’ τα μαλλιά ερμηνεία των σεναρίων ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους που επεξεργάζεται ο ESM, τα οποία μάλιστα δεν συνεπάγονται την παραμικρή επιβάρυνση για τις χώρες-μετόχους του Μηχανισμού. Σημαίνει μόνο μια μετάθεση μέχρι το 2050 κυρίως της αποπληρωμής των τόκων ενός μέρους των δανείων που έχει λάβει η Ελλάδα στο πλαίσιο των δυο πρώτων Μνημονίων. Το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών, όμως, επιλέγει τον λογιστικό λαϊκισμό και, μετατρέποντας τον χρόνο σε χρήμα, υπολογίζει ότι μια τέτοια «αποκοτιά» θα στοιχίσει στους Γερμανούς και άλλους Ευρωπαίους φορολογούμενους από 84 έως 123 δισ.!
Στους Γερμανούς ψηφοφόρους τα νούμερα αυτά προκαλούν σοκ. Έτσι, εξουδετερώνονται προκαταβολικά ενδεχόμενες πιέσεις από τους κυβερνητικούς εταίρους και αντιπάλους του Β. Σόιμπλε στις επερχόμενες εκλογές, τους Σοσιαλδημοκράτες, να σταματήσει η αδιαλλαξία στο θέμα του ελληνικού χρέους. Κι ακόμη, εκφοβίζεται η γερμανική γνώμη να εγκαταλείψει τυχόν γενναιόδωρες σκέψεις για την Ελλάδα, μιας και πρόσφατες δημοσκοπήσεις κατέγραψαν ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσοστό 45% των Γερμανών να βλέπει ως αναγκαία την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους. Η σαφής προειδοποίηση- αν και κραυγαλέα ψευδής- ότι μια τέτοια «γενναιοδωρία» θα επιβαρύνει τους φορολογούμενους προφανώς θα κάνει πολλούς να αναθεωρήσουν.
Με το βλέμμα στον Ε. Μακρόν
Αλλά, η τακτική της «αριθμητικής τρομοκρατίας» του κ. Σόιμπλε δεν περιορίζεται στους Γερμανούς. Απευθύνεται εμμέσως και στους Γάλλους ψηφοφόρους, που στις 11 Ιουνίου καλούνται στον πρώτο γύρο των βουλευτικών εκλογών, όπου θα δοκιμαστεί ξανά το νέο πολυσυλλεκτικό κόμμα του Εμμανουέλ Μακρόν. Ο υπαινιγμός ότι η συζήτηση για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους καταλήγει στις τσέπες των ψηφοφόρων οπωσδήποτε καταστέλλει τις καλές προθέσεις. Κι αυτό, σε τελική ανάλυση, αφορά και προσωπικά τον νέο Γάλλο πρόεδρο που επιχείρησε να καταθέσει στη συζήτηση γα το ελληνικό χρέους τη δική του ενδιάμεση πρόταση για σύνδεση του ρυθμού αποπληρωμής του χρέους με τους ρυθμούς ανάπτυξης.
Εν ολίγοις, το Βερολίνο και ο Β. Σόιμπλε προσωπικά επιμένει σε μια τακτική που έχει σκοπό να εξουδετερώσει μέχρι το Eurogroup της 15ης Ιουνίου οποιαδήποτε άλλη πρόταση και εκδοχή πλην της δικής του, όπως είχε διατυπωθεί στην προηγούμενη αδιέξοδη συνεδρίαση: συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα με ετεροχρονισμό του ενδεχόμενου δανεισμού στο τέλος του, το φθινόπωρο του 2018. Φυσικά, η ενδεχόμενη επικράτηση αυτής της επιλογής, μαζί με τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος μπορεί να «κάψει» κι άλλες προσδοκίες, με πρώτη την ένταξη στο QE. Άλλωστε, ο Β. Σόιμπλε θέλει αυτή η «πληγή» να τελειώσει για όλη την Ευρωζώνη. Γιατί να διευκολύνει την επέκτασή της στην Ελλάδα;